Ο Τρισέ και η επαγρύπνηση

Το μεγάλο περί ψυχολογίας λάθος…

Επαγρυπνώ....

Γιατί είναι τόσο σημαντικό ότι ο Τρισέ είπε πως «επαγρυπνεί», αντί να πει πως «παρακολουθεί στενά»; Διότι καλύτερα να ξέρεις τί γίνεται, κι ας μην πας καλά, παρά να ζεις στην αβεβαιότητα

 Όταν, στις 3 Μαρτίου, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ανακοίνωσε πως δεν θα αυξηθούν τα επιτόκια της ΕΚΤ, άφησε και μια ουρά. Δήλωσε πως η ΕΚΤ θα τηρήσει μια στάση «επαγρύπνησης» απέναντι στον πληθωρισμό και θα λάβει τον επόμενο μήνα τις απαραίτητες αποφάσεις. Αμέσως οι αγορές συναλλάγματος μπήκαν σε φάση πανικού. Στο ICAP, στις 13:33 της ίδιας ημέρας, καταγράφηκαν 3.685 συναλλαγές σε ένα λεπτό, αριθμός-ρεκόρ. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες κινούνταν λες και ο κ. Τρισέ είχε ανακοινώσει αύξηση κατά 0,25 εκατοστιαίες μονάδες (εκ.μ.) στα βασικά επιτόκια.

 Κι όμως, τίποτα από τα πιο πάνω δεν είναι περίεργο. Στην τελευταία του δημοσιογραφική διάσκεψη, όταν ανακοίνωσε την αύξηση των επιτοκίων, ο κ. Τρισέ και πάλι δήλωσε πως η ΕΚΤ θα τηρήσει στάση «έντονης επαγρύπνησης». Οι αγορές αμέσως ανατίμησαν το ευρώ λες και είχε αυξηθεί το επιτόκιο κατά 0,75-1 εκ.μ. αντί για 0,25 εκ.μ.

Στην οικονομία, ακούμε συχνά ότι τα πάντα είναι «ψυχολογία». Λάθος.

Μπορεί τα χρηματιστήρια, με την έντονα μυωπική και βραχυπρόθεσμη λογική τους, να έχουν πολλά να κάνουν με την αίσθηση μανίας ή κατάθλιψης της αγοράς, αλλά η οικονομία καμία σχέση δεν έχει με την «ψυχολογία» σε μακροσκοπικό επίπεδο. Ή, πιο σωστά, δεν είναι η «ψυχολογία» αλλά οι προσδοκίες που αλλάζουν τα πάντα.

Όποτε η ΕΚΤ σκοπεύει να αυξήσει τα βασικά επιτόκια, ο κ. Τρισέ δηλώνει εκ των προτέρων πως «επαγρυπνεί», για να δώσει έμμεσα το μήνυμα. Ο λόγος είναι πως μια αύξηση στα επιτόκια δεν είναι και το χειρότερο πράγμα για την οικονομία, νοουμένου ότι δεν ξαφνιάζει την αγορά. Πιο απλά, η ΕΚΤ προτιμά να προετοιμάζει τις προσδοκίες της αγοράς για τις προθέσεις της, με κωδικοποιημένες αλλά σαφείς ενδείξεις, παρά να της δίνει τη χαζή χαρά πως τα επιτόκια είναι χαμηλά και μετά να την ξαφνιάζει.

Ακόμα πιο σημαντικό στοιχείο είναι το ότι μια ελεύθερη οικονομία είναι εξαιρετικά προσαρμόσιμη. Το «αόρατο χέρι», αν και ρευματικό, παραμένει το πιο ισχυρό μέσο για εξασφάλιση της ανάπτυξης και της ευημερίας και, όταν οι εποπτικοί θεσμοί το βοηθούν, τότε λειτουργεί με απίστευτη αποτελεσματικότητα, αφού αυτοί διορθώνουν τη «ρευματοπάθεια» των στρεβλώσεων της απατεωνιάς και της ασυδοσίας. Στην Κύπρο η αγορά παραμένει σε μια κατάσταση αβεβαιότητας, με την κυβέρνηση να δείχνει αμήχανα πως δεν είναι σίγουρη τι να κάνει. Και η αγορά δεν ξέρει τι να περιμένει.

 Τα στοιχεία, μάλιστα, δείχνουν πως το πρόβλημα δεν σχετίζεται τόσο με την «ψυχολογία», όσο με την αβεβαιότητα, για την οποία, δυστυχώς, ευθύνεται κατά κύριο λόγο η κυβέρνηση. Η κατανάλωση έχει μεν μειωθεί, αλλά τα νοικοκυριά δεν έχουν λεφτά, ασχέτως του πώς «αισθάνονται».

Ενώ τα υφιστάμενα χρέη των νοικοκυριών ήταν κάτω από το 100% του ΑΕΠ τον Γενάρη του 2008, σήμερα ξεπερνούν το 130% και η μείωση της κατανάλωσης είναι κάτι περισσότερο από φυσιολογική.

 Τα στοιχεία ενεργητικού τους επίσης μειώθηκαν, ενώ η ανεργία επιδεινώνει την κατάσταση. Ο κύκλος εργασιών της βιομηχανίας επίσης συμφωνεί με αυτή την εκτίμηση.

 Τα ενδιάμεσα αγαθά για εγχώρια χρήση μειώθηκαν κατά 17,9% το 2009 και κατά ακόμα 6% το 2010.

 Τα κεφαλαιουχικά αγαθά μειώθηκαν κατά 19,8% το 2009 και 5,3% πέρσι. Αυτές οι μειώσεις δεν είναι ψυχολογικές, αλλά οφείλονται στη μείωση της ζήτησης.

 Το τελωνείο καταγράφει αναιμικό restocking μετά τα Χριστούγεννα και τις εκπτώσεις. Ούτε αυτό οφείλεται στην ψυχολογία.

 Αν το πρόβλημα ήταν απλά η κατάθλιψη που προκαλούν οι δηλώσεις πολιτικών, θα μειώνονταν οι δαπάνες, κυρίως σε μη απαραίτητα είδη. Αντίθετα, όμως, το λιανικό εμπόριο αυξήθηκε κατά 0,4%, σε όγκο, ενώ σε αξία αυξήθηκε κατά 2,9%. Οι εμπορικοί όροι χειροτερεύουν και, με το τέλος της ύφεσης, η ψαλίδα του πληθωρισμού από την υπόλοιπη Ευρωζώνη ανοίγει ξανά. Το εμπορικό έλλειμμα διευρύνεται. Μειώθηκε ακόμα και η κατανάλωση τροφίμων και ποτών από εξειδικευμένα καταστήματα. Μοναδική ένδειξη «ψυχολογίας» είναι η μείωση στην κατανάλωση διαρκών αγαθών, η οποία ωστόσο συνδέεται με το σπάσιμο της φούσκας των ακινήτων.

 Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση είναι να αγνοεί τα αντικειμενικά στοιχεία και να προκαλεί αβεβαιότητα για τις επόμενές της κινήσεις. Αυτό συμβαίνει όταν εκπέμπει αμηχανία και όταν οι δηλώσεις της δείχνουν πως υπάρχει χάσμα μεταξύ των αντιλήψεών της και της πραγματικότητας. Είναι μάλλον τραγικό η κυβέρνηση να δείχνει πως δεν έχει κανένα έλεγχο και πως νομίζει ότι η οικονομία «είναι όλο ψυχολογία», λες και μιλά σε ερασιτεχνική διάλεξη MBA.

Το σημαντικότερο δεν είναι να νομίζει η οικονομία πως πάμε καλά, αλλά να ξέρει τι να περιμένει από το κράτος όσον αφορά στην κυβερνητική πολιτική, τα κίνητρα, τους φόρους και τους ρυθμιστικούς κανόνες. Αντί για δηλώσεις, θα έπρεπε να στέλνει μηνύματα όπως εκείνο της «επαγρύπνησης» του Τρισέ και να προχωρήσει με ολοκληρωμένο σχέδιο αντί για επί μέρους κινήσεις και προσωρινές αποφάσεις που μετά ανατρέπονται.

Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ), όπως εξάλλου υποσχέθηκε η κυβέρνηση στην Κομισιόν με το περσινό Πρόγραμμα Σταθερότητας.

Ένα σχόλιο

Αφήστε απάντηση στον/στην Προς Υπουργείο Οικονομικών: Τι είναι junk; « Η πελλάρα εν ΠΟΛΛΩΝ λογιών Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.