
Τον Μάιο του 1776, μπροστά στα τεράστια ελλείμματα και τις ανεξέλεγκτες δαπάνες, ο Turgot, υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, απολύθηκε από τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ και στη θέση του διορίστηκε ο Necker.
Ο Necker γρήγορα κατάλαβε πως δεν υπήρχε σωτηρία αν δεν άλλαζε ριζικά το οικονομικό σύστημα του βασιλείου και αν δεν καταργούνταν τα απόλυτα προνόμια της άρχουσας τάξης των αριστοκρατών και του κλήρου. Μάλιστα, η επιμονή του ότι η «τρίτη τάξη» των πολιτών δεν μπορούσε άλλο να φορολογείται, αλλά και η δημοσιοποίηση των λογαριασμών της κυβέρνησης, οδήγησε πολύ γρήγορα στην αντικατάστασή του από τον Calonne.
Ο Calonne αμέσως μπήκε στη λογική ότι τα πάντα πρέπει να συνεχίσουν ως έχουν, αλλά δεν μπορούσε να αγνοήσει για πολύ την πραγματικότητα και μόλις ζήτησε φόρους, αντικαταστάθηκε κι αυτός. Τελικά, το κεφάλι του βασιλιά κατέληξε στην ψάθα.
Ο βασιλιάς οδηγήθηκε στην γκιλοτίνα διότι η χώρα – και οι αδικίες της – δεν μπορούσε να γιατρευτεί χωρίς την πλήρη ρήξη με το παρελθόν. Παρά τους κακούς χειμώνες και την πείνα που προηγήθηκαν, αλλά και τον πόλεμο στην Αμερική, η κατάρρευση θα μπορούσε να είχε αναβληθεί, όχι όμως και να αποτραπεί.
Η αλλαγή πορείας στη Γαλλία ήταν ραγδαία, βίαιη και ανεξέλεγκτη. Ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα της Γαλλικής Επανάστασης, όμως, είναι πως, αν μια χώρα που δεν αντέχει άλλο δεν αλλάξει την πορεία της με τον εύκολο τρόπο, τότε θα την αλλάξει με τον δύσκολο.
Ζούμε, φυσικά, σε πιο πολιτισμένες εποχές και καταστάσεις και δεν πρόκειται να δούμε σε σύγχρονα κράτη κάτι όπως την τρομοκρατία του Robespierre. Η υποβάθμιση της κυπριακής οικονομίας από τους Standard and Poor’s δεν ξάφνιασε κανέναν, όπως δεν θα ξαφνιάσει κανέναν ούτε μια νέα υποβάθμιση από τους Moody’s. Ωστόσο, την ίδια εβδομάδα που είδαμε την ανακοίνωση της υποβάθμισης, είδαμε επίσης να προχωρούν και μέτρα για την εξυγίανση της οικονομίας που μόνο ως σοβαρά δεν μπορούν να κριθούν.
Όπως και στην περίπτωση της Γαλλίας στα τέλη του 18ου αιώνα, έτσι κι εμείς προχωρούμε με μισές λύσεις που μοιάζουν με τσιρότο για το κάταγμα: Και ανεπαρκείς, αλλά και ακατάλληλες. Αυτή η στήλη πίστευε πως η κρίση αποτελούσε – παρά τον πόνο που προκαλεί για πολλούς από εμάς – και μια μοναδική ευκαιρία για να γίνουν σοβαρές τομές στο όλο σύστημα της οικονομίας μας. Δυστυχώς, η ευκαιρία χάνεται. Σήμερα, ακούμε από αναλυτές πως οι τράπεζες, οι οποίες προχωρούσαν σε ανεξέλεγκτες παραχωρήσεις πιστώσεων που πολύ συχνά δεν είχαν λογική, είναι και εκτεθειμένες στις δημοσιονομικές παθογένειες τόσο του κυπριακού όσο και του ελληνικού κράτους. Μάλιστα, αποτελούν πηγή μετάδοσης των παθογενειών αυτών από τους λίγους στους πολλούς. Οι ίδιες, φυσικά, έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης, ιδίως λόγω της παραχώρησης στους πελάτες τους «ειδικών ευκαιριών» να καταχρεωθούν περισσότερο από ό,τι μπορούν να αντέξουν, αλλά και εξαιτίας της απίστευτα αφελούς παραχώρησης χρηματοδότησης στη φούσκα των ακινήτων.
Οι περιορισμοί που επέβαλε η Κεντρική Τράπεζα στα στεγαστικά αποδείχθηκαν ορθοί αλλά ανεπαρκείς. Πέραν τούτου, όμως, υπάρχει και το μεγάλο πρόβλημα των δημοσίων οικονομικών, που, συν τοις άλλοις, πλήττει και τις τράπεζες.
Την εβδομάδα που πέρασε, έγινε ακόμα μια καθόλου πειστική προσπάθεια να προχωρήσουν μέτρα για την οικονομία. Ανάμεσα στα υπό συζήτηση μέτρα, δεν εντοπίζεται ούτε και μία μεταρρύθμιση. Αντίθετα, όλες οι σκέψεις κινούνται στη σφαίρα της υφιστάμενης λογικής. Εντυπωσιακό είναι, μάλιστα, το γεγονός πως για τη δημόσια υπηρεσία η συζήτηση αφορά το ύψος των αυξήσεων, αντί τις μειώσεις που άπαντες – πολιτικοί και οικονομολόγοι – θεωρούν απαραίτητες. Προσέξτε, όχι «θεμιτές» ή «επιθυμητές», αλλά «απαραίτητες» και «αναγκαίες». Το ζήτημα, όμως, δεν αφορά μόνο το ύψος των απολαβών και δη των συντάξεων, αλλά και άλλα καίρια ζητήματα, όπως την εναλλαξιμότητα και το σύστημα αξιολόγησης, που σήμερα πριμοδοτεί τους τεμπέληδες εις βάρος των εργατικών δημοσίων υπαλλήλων.
Ακόμα, το Προεδρικό σήμερα καλεί τους πάντες να συνεργαστούν, παρά το γεγονός ότι ανέλαβε το ίδιο τη συζήτηση με την ΠΑΣΥΔΥ και δεν έκανε το παραμικρό, με εξαίρεση κάποιες συναντήσεις, που, σύμφωνα με υψηλόβαθμα αρμόδια στελέχη της κυβέρνησης, έφτασαν συνολικά τις δύο (ίσως να έγινε και τρίτη) μέσα σε έντεκα μήνες. Ο Πρόεδρος, μάλιστα, έχει τη μοναδική πολυτέλεια της ευνοϊκής τοποθέτησης της αντιπολίτευσης, η οποία εξαγγέλλει στα ανοικτά πως θα στηρίξει σοβαρές και δύσκολες κινήσεις για διόρθωση της κατάστασης στο Δημόσιο, ενώ και το ΔΗΚΟ – ή τουλάχιστον ένα σοβαρό μέρος του – επίσης επιμένει.
Όλες οι κυβερνήσεις πάντοτε προτιμούν τις εύκολες λύσεις, αυτό δεν αποτελεί ειδικό χαρακτηριστικό της δικής μας. Ωστόσο, κάποτε οφείλουν να αναγνωρίσουν πως το παντεσπάνι δεν μπορεί πάντα να λύνει τα προβλήματα του κράτους. Μετά όμως από την κρίση, τα ελλείμματα και την αύξηση της ανεργίας, όλοι συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο, στο βάθος του οποίου διακρίνουμε, εδώ και καιρό, «ελληνικές» καταστάσεις. Έτσι, και η υποβάθμιση, με το αναμενόμενο σοκ που προκαλεί, ίσως να είναι κι αυτή μια ευκαιρία για να γίνουν εκείνες οι κινήσεις που οι έχοντες την ευθύνη αποφεύγουν.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ).
έχεις στοιχεία για το ποσοστό επι του προυπολογισμού που «τρώνε» οι μεγάλοι εχθροί
οι κακοί δημόσιοι υπάλληλοι;
πόσο είναι; 5% 10% ; από πότε το 15% (αν είναι τόσο) είναι το μεγάλο πρόβλημα ;
και όχι το 60% που πάει ολόκληρο στους τοκογλύφους/τραπεζίτες
λες:
«Σήμερα, ακούμε από αναλυτές πως οι τράπεζες, οι οποίες προχωρούσαν σε ανεξέλεγκτες παραχωρήσεις πιστώσεων που πολύ συχνά δεν είχαν λογική, είναι και εκτεθειμένες στις δημοσιονομικές παθογένειες τόσο του κυπριακού όσο και του ελληνικού κράτους. Μάλιστα, αποτελούν πηγή μετάδοσης των παθογενειών αυτών από τους λίγους στους πολλούς. Οι ίδιες, φυσικά, έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης, ιδίως λόγω της παραχώρησης στους πελάτες τους «ειδικών ευκαιριών» να καταχρεωθούν περισσότερο από ό,τι μπορούν να αντέξουν, αλλά και εξαιτίας της απίστευτα αφελούς παραχώρησης χρηματοδότησης στη φούσκα των ακινήτων.»
δηλαδή εσύ δεν είσαι από αυτούς του αναλυτές που ασπάζονται αυτή την άποψη;
δηλαδή ότι οι τοκογλύφοι είναι αυτοί που ευθύνονται σε συντριπτικό ποσοστό για την λεγόμενη «κρίση»
και πήραν και τα 3 ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΥΡΙΑΚΙΑ τους από το κράτος
πόσο είναι το ποσοστό που πάει σε αυτούς απο τον προυπολογισμό για εξόφληση «χρεών»; έχεις στοιχεία;
και
πρακτικά ομιλούντες εσύ τι προτείνεις ότι πρέπει να γίνει;
ας πούμε έχεις την δύναμη να να εφαρμόσεις πολιτική
τι θα έκανες;; πρακτικά επί της ουσίας και συγκεκριμένα πράγματα
ναι, συμφωνώ. Αλλά δεν «επήραν» 3 δισ. από το κράτος. Κοίταξε το λίγο προσεκτικά και θα δεις
εννοείς ότι απλα το κράτος «εγγυήθηκε» τις τράπεζες με 3 δις;
το θέμα είναι ότι αυτά τα λεφτά είναι στην διάθεση τους ανα πάσα στιγμή