Μια πιο απλή λέξη…

Η ΕΔΥ, αν και αρμόδια υπηρεσία, τήρησε πλήρη σιωπή για τη θέση του Αρχιτελώνη.

Με την ανεξαρτησία της, η Ινδία υιοθέτησε τις βρετανικές δομές και θεσμούς. Στην προσπάθειά της να παραμείνει πιστή στις αρχές της «χρηστής διοίκησης», η χώρα υιοθέτησε διαδικασίες επί διαδικασιών και γραφειοκρατίες επί γραφειοκρατιών. Ενώ η βρετανική κυριαρχία (British Raj) έφυγε, οι πολίτες υποβλήθηκαν στην όχι και καλύτερη «κυριαρχία των Αδειών» («Permit Raj»). O Narayana Mutrhy, πρόεδρος της εταιρείας Infosys, που σήμερα είναι παγκόσμιος κολοσσός της πληροφορικής, σχολίασε το 2001 πως χρειάζονταν τότε «12 με 24 μήνες και περίπου 50 επισκέψεις στο Δελχί για να πάρουμε μια άδεια εισαγωγής για έναν υπολογιστή αξίας $1.500».

Ο P. Chidambaram, που έγινε υπουργός Οικονομικών της χώρας το 1996, έθεσε το θέμα πιο απλά: «Η κάθε άδεια μπορούσε να εκδοθεί μόνο με διεφθαρμένα μέσα», είπε. «Εννοείτε με δωροδοκίες;», ρωτήθηκε. «Εμ, “δωροδοκία” είναι μια πιο απλή λέξη, νομίζω». Σε μια συνέντευξή του το 2001, ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Manmohan Singh, είπε κάτι παρόμοιο: «Η γραφειοκρατία έγινε εργαλείο διαφθοράς».

Δεν είναι τυχαίο που η απλοποίηση των διαδικασιών θεωρήθηκε στην Ινδία το μεγαλύτερο βήμα που έγινε ποτέ για τη μετατροπή της τριτοκοσμικής υποηπείρου σε οικονομική υπερδύναμη.

Δεν είναι τυχαίο επίσης που οι πολιτικοί επιστήμονες, με πιο επιφανή ανάμεσά τους τον οικονομολόγο Hirscham, άρχισαν να αναλύουν από τα μέσα του περασμένου αιώνα τους τρόπους με τους οποίους πολιτικοί φορείς (θεσμοί και κόμματα) αυξάνουν την «αναζήτηση (πολιτικών) ενοικίων» (rent-seeking), δηλαδή τις πελατειακές σχέσεις. Η αδιαφάνεια και οι δαιδαλώδεις διαδικασίες αποτελούν πρόσφορο έδαφος για το ρουσφέτι, το βόλεμα ημετέρων και την κομματική «απαγωγή» θεσμικών οργάνων. Εάν, για παράδειγμα, η διαδικασία προαγωγής για τη θέση του Αρχιτελώνη χαρακτηριζόταν από διαφάνεια και σαφείς κανόνες, τότε πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να «κανονιστούν» ο αδερφός ενός στελέχους και η σύζυγος ενός άλλου. Ούτε είναι τυχαίο που η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας – που είναι αρμόδια για την προαγωγή – τήρησε πλήρη σιγή για το ρουσφέτι που αποκαλύφθηκε την περασμένη εβδομάδα.

Το γεγονός ότι δεν είναι εύκολη η πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες λειτουργεί ανασταλτικά στον έλεγχο από τον πολίτη: Ουσιαστικά, κανένας δεν είναι υπόλογος για τις πράξεις του και ο μόνος τρόπος να αποκαλυφθούν τα αίσχη είναι να φύγει ένα ηλεκτρονικό μήνυμα κατά λάθος.

Πέρα, όμως, από τον νεποτισμό και την ευνοιοκρατία – η οποία, ας σημειωθεί, διώχνει από τη χώρα τούς πιο πολλά υποσχόμενους νέους – υπάρχει και μια άλλη διάσταση. Όπως και στην «κυριαρχία των Αδειών» της Ινδίας, η ασάφεια στο ποιος έχει αρμοδιότητα για το κάθε θέμα δημιουργεί φέουδα, ακόμα και όταν μια επιχείρηση έχει τις πιο καλές προθέσεις. Αυτό είναι φανερό στην οικονομία, και δη στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Φυσιολογικά, η Κεντρική Τράπεζα, με την ευρύτερη σχετική τεχνογνωσία, είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση και εποπτεία των τραπεζών. Ωστόσο, το νήμα του ελέγχου δεν σταματάει εκεί. Τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα (ΣΠΙ) βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Εμπορίου, στο οποίο υπάγεται η Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών. Η δε Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα διαθέτει την Υπηρεσία Κεντρικού Φορέα, ο οποίος υποχρεούται να εγγυάται τις υποχρεώσεις των ΣΠΙ και να επιτηρεί τη φερεγγυότητα και ρευστότητά τους. Όσοι προσπάθησαν, μπορούν να σας πουν πως ουσιαστικά και αξιόπιστα στοιχεία για τα ΣΠΙ δεν είναι καθόλου εύκολο να βρεθούν.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες υπάγονται στον Έφορο Ασφαλίσεων, ο οποίος με τη σειρά του υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομικών. Τα δε Ταμεία Προνοίας υπάγονται – περιέργως – στο Υπουργείο Εργασίας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει αρμοδιότητα για τους οργανισμούς συλλογικής επένδυσης σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), που είναι όλες αλλοδαπές εταιρείες, τις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (ΕΠΕΥ) και το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ), το οποίο επίσης λειτουργεί σε κοινή πλατφόρμα με το Χρηματιστήριο Αθηνών. Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) έχει αρμοδιότητες και για χρηματοπιστωτικά ζητήματα, τόσο όσον αφορά τραπεζικούς οργανισμούς, όσο και σε άλλες παραπλήσιες υπηρεσίες.

Αν έχετε χάσει τη λογική του πιο πάνω συστήματος, δεν είστε οι μόνοι. Πολλοί ξένοι επενδυτές εκφράζουν την ίδια δυσφορία, και στη δική τους περίπτωση αυτή η δυσφορία στοιχίζει στην οικονομία της Κύπρου. Διερωτάται κανείς γιατί το Υπουργείο Εμπορίου ή το Υπουργείο Εργασίας να έχουν πολιτική αρμοδιότητα επί των ασφαλίσεων ή των Ταμείων Προνοίας. Ακόμα, πολλές φορές παρατηρείται σύγκρουση αρμοδιοτήτων, ή τουλάχιστον αβεβαιότητα σχετικά με το ποιος φέρει την ευθύνη, όπως για τα hedge funds ή άλλες «λειτουργίες των πίσω γραφείων».

Όπως και στην Ινδία, η υπόταξη των τμημάτων αυτών στην πολιτική αρμοδιότητα λειτουργεί ως «εργαλείο διαφθοράς». Την «πιο απλή» εκείνη λέξη μπορούμε να την αποφύγουμε στο παρόν κείμενο, αλλά όλοι θα τη σκεφτούν.

Οι αποκαλύψεις της περασμένης εβδομάδας δεν αφορούν μόνο το ΑΚΕΛ, αλλά ολόκληρο το σύστημα. Με τις πολύπλοκες διαδικασίες, την άρνηση δημοσίευσης όλων των μη διαβαθμισμένων εγγράφων και την υπαγωγή των αρμοδίων τμημάτων σε πολιτικούς προϊσταμένους, επιτυγχάνεται ακριβώς αυτό: Οι επιχειρήσεις υποχρεώνονται να ικανοποιούν απαιτήσεις και οι προαγωγές της δημόσιας υπηρεσίας (ας πούμε στη θέση του Αρχιτελώνη) ορίζονται στα πολιτικά γραφεία αντί στις αρμόδιες υπηρεσίες. Το «συγύρισμα» των αρμοδιοτήτων επείγει. Οι πολιτικές παρεμβάσεις σε τεχνοκρατικές διαδικασίες αποτελούν χαρακτηριστικό των δομών που μας κυβερνούν και βαθύτερο πρόβλημα από τις νοοτροπίες των ηγετών μας. Υπάρχει, ωστόσο, ένας δρόμος που μπορεί και η Κύπρος να ακολουθήσει – και το είδαμε στην Ινδία, όπου το «Ραζ των Αδειών» έδωσε τη θέση του στην πρόοδο.

3 σχόλια

Αφήστε απάντηση στον/στην Ο τζέντλεμαν από το Μέριλαντ… « Η πελλάρα εν ΠΟΛΛΩΝ λογιών Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.