Αυξημένα είναι τα χρέη των νοικοκυριών, που συνεχίζουν να δαπανούν ασχέτως κρίσης
Σαφής είναι η στροφή από τα «κλασικά» καταναλωτικά δάνεια προς την κατηγορία «άλλα δάνεια». Οι τράπεζες εξυπηρετούν την απληστία των νοικοκυριών
Εν μέσω συζητήσεων για την πορεία της οικονομίας, αλλά και της ασάφειας σχετικά με τις άμεσες προοπτικές ανάπτυξης, στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας καταδεικνύουν πως οι στρεβλώσεις που επηρεάζουν την ανάπτυξη είναι μεν εγγενείς, μπορούν όμως να διαχειριστούν.
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν πως σε μεγάλο βαθμό η συμπίεση της κατανάλωσης δεν είναι μόνο φυσιολογική, αλλά και επιθυμητή, αφού οι πιστώσεις των νοικοκυριών έχουν πλέον ξεπεράσει το 130% του ΑΕΠ, σε σχέση με περίπου 100% του ΑΕΠ που ήταν πριν από δύο χρόνια. Ταυτόχρονα, τα ίδια στοιχεία καταδεικνύουν πως ο ρυθμός αύξησης των συνολικών πιστώσεων των νοικοκυριών είναι ταχύτερος από τον ρυθμό αύξησης των εισοδημάτων τους, γεγονός που μεταφράζεται σε αυξημένες πιέσεις στην εξυπηρέτηση των χρεών τους.
Ενδιαφέρον
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει το δεδομένο ότι μεταξύ Δεκεμβρίου 2009 και Ιανουαρίου 2010 σημειώθηκε μια απότομη κάμψη των καταναλωτικών δανείων, προφανώς λόγω πιέσεων στις τράπεζες από την Κεντρική Τράπεζα. Ωστόσο, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα βρήκαν τους τρόπους να αντισταθμίσουν τη μείωση των «κλασικών» καταναλωτικών δανείων με άλλα είδη πιστώσεων. Η παράλληλη αύξηση της κατηγορίας «άλλα δάνεια», η οποία κινείται σε σχεδόν απόλυτη συστοιχία με τα καταναλωτικά, καταδεικνύει πως οι τράπεζες άλλαξαν πρακτική και συνεχίζουν να δανείζουν τα νοικοκυριά περίπου στα ίδια επίπεδα με εκείνα του 2009, αλλά με μικρή άνοδο.
Δύο λόγοι
Αυτό το δεδομένο δεν μπορεί να κριθεί ως θετικό, διότι αυξάνει τα χρέη των νοικοκυριών και τις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους τους για δύο λόγους.
Πρώτον, η κατηγορία «άλλα δάνεια» αφορά «ειδικά» καταναλωτικά προϊόντα, στα οποία οι χρεώσεις είναι συνήθως υψηλότερες από εκείνες των «κλασικών» καταναλωτικών δανείων. Η αύξηση των επιτοκίων οφείλεται εν μέρει στο είδος αυτών των «άλλων» προϊόντων και εν μέρει στο γεγονός πως οι «άλλες» πιστώσεις γίνονται χωρίς εξασφαλίσεις. Έτσι, αντί της συνήθους πρακτικής των καταναλωτικών δανείων, οι τράπεζες προσφέρουν προϊόντα όπως υπεραναλήψεις, εορτοδάν
εια, πασχαλινά και καλοκαιρινά δάνεια κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, η στροφή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων προς αυτά τα προϊόντα αντικατοπτρίζεται από τα χαμηλά αρχικά επιτόκια (teaser rates) που αυξάνονται στο μέλλον, αλλά και από τις πολλές ειδικές προσφορές που αποσκοπούν στην αύξηση των υπεραναλήψεων και άλλων παρόμοιων ρευστών πιστώσεων.
Οι πελάτες των τραπεζών, πάντως, δεν φαίνεται να διαθέτουν αυτοσυγκράτηση, αφού τα προϊόντα αυτά καταγράφουν μεγάλη ζήτηση. Υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλης τράπεζας έκανε στην «Καθημερινή» χαρακτηριστικό σχόλιο: «Αν ο δανειολήπτης δεν έχει την οικονομική ευχέρεια να πάει στην Αθήνα για τα μπουζούκια, τότε δεν θα πρέπει να κάνει δάνειο. Κακό του κεφαλιού του κάνει. Αλλά, αν δεν του δώσω εγώ αυτό το δάνειο που ζητά, θα του το δώσει άλλος».
Δεύτερος λόγος για την αύξηση των χρεών των νοικοκυριών είναι τα στεγαστικά δάνεια. Μεταξύ Φεβρουαρίου 2009 και Φεβρουαρίου 2011 τα συνολικά υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια αυξήθηκαν κατά σχεδόν 40%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας. Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια συνεχίστηκε και τα στοιχεία δείχνουν πως δεν υπήρξε τα τελευταία δύο χρόνια τάση αναβολής της απόφασης για απόκτηση κατοικίας από τους Κυπρίους.
Η ζήτηση σε συγκεκριμένες αγορές ακινήτων, όπως στις οικιστικές μονάδες εντός και πέριξ της Λευκωσίας, καθώς και στις οικιστικές μονάδες στη Λεμεσό, δεν έχει επηρεαστεί. Παράγοντες της αγοράς ακινήτων φτάνουν στα ίδια συμπεράσματα και σημειώνουν πως οι Κύπριοι που έχουν ανάγκη στέγης – ιδίως νεαρά ζευγάρια – δεν αναβάλλουν την απόφαση αυτή, ασχέτως της οικονομικής τους κατάστασης.
Με την αύξηση των στεγαστικών δανείων, στο πλαίσιο της οικονομικής δυσφορίας, θα ανέμενε κανείς πως οι άλλες δαπάνες/πιστώσεις των νοικοκυριών θα διορθωθούν ανάλογα, ούτως ώστε τα συνολικά χρέη να παραμείνουν σταθερά. Ωστόσο η αύξηση των στεγαστικών δανείων δεν έχει μεταφραστεί σε ανάλογη μείωση της κατανάλωσης, για να μειώνεται το συνολικό χρέος των νοικοκυριών και έτσι να γίνεται ευκολότερη η εξυπηρέτηση των υποχρεώσεών τους.
Ουσιαστικά, τα στοιχεία δείχνουν πως οι τράπεζες «εξυπηρετούν», για διάφορους λόγους, την απληστία των νοικοκυριών, που δανείζονται όλο και περισσότερο, με στόχο να συνεχίσουν απρόσκοπτα την κατανάλωσή τους, άσχετα με την οικονομική τους κατάσταση.
Πρέπει να σημειωθεί πως στα πιο πάνω στοιχεία υπάρχουν και κάποια κενά, με είδη δανείων και πιστώσεων που δεν είναι μεν στεγαστικά, αλλά ούτε μπορούν να θεωρηθούν ως αμιγώς καταναλωτικά.
Τέτοια δάνεια είναι τα σπουδαστικά, τα οποία εμπίπτουν στην κατηγορία «άλλα δάνεια». Ωστόσο η γενικότερη εικόνα παραμένει η ίδια, αφού τα νοικοκυριά δεν δείχνουν τη διάθεση να περιορίσουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες εν όψει των αυξημένων χρεών τους, ενώ και οι τράπεζες δείχνουν πως επιθυμούν να εξυπηρετήσουν αυτή τη διάθεση των πελατών τους, με ό,τι κι αν συνεπάγεται.
Ρυθμός αύξησης
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο, από το οποίο προκύπτει σημαντική στρέβλωση, είναι πως ο ρυθμός αύξησης των εσόδων των νοικοκυριών είναι χαμηλότερος από τον ρυθμό αύξησης των πιστώσεών τους. Είναι, επομένως, αναπόφευκτη η αύξηση των χρεών των νοικοκυριών, τα οποία βασίζονται όλο και περισσότερο στον δανεισμό, για να αυξήσουν την κατανάλωσή τους, αλλά και να εξυπηρετήσουν τις στεγαστικές τους ανάγκες.
Είναι φυσιολογικό, από τη στιγμή που τα εισοδήματα αυξάνονται πιο αργά από τα δάνεια, να αυξάνονται τα χρέη όλο και περισσότερο. Ωστόσο το πιο ενδιαφέρον σημείο από τα στοιχεία ίσως να είναι πως, αν και κινούνται παράλληλα οι αυξήσεις των δανείων με τις αυξήσεις των εσόδων των νοικοκυριών, δεν φαίνεται να γίνεται σημαντική διόρθωση των όρων του δανεισμού. Αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι πως θα χρειαστεί μια ακόμα πιο ολοκληρωμένη διόρθωση κάποια στιγμή (ίσως όχι άμεσα), διότι η εικόνα της συνεχούς αύξησης των χρεών των νοικοκυριών, τόσο σε απόλυτα όσο και σε σχετικά μεγέθη, δεν μπορεί να είναι βιώσιμη εσαεί.

