Ακούμε πολλά στην Κύπρο για τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ, FDI). Αλλά με τις Έμμεσες, τί γίνεται; Στην πολιτεία της Καλιφόρνια, 287.000 εργαζόμενοι απασχολούνται σε εταιρείες που ανήκουν σε Ευρωπαίους. Άλλοι 255.000 Αμερικανοί εργάζονται σε ευρωπαϊκές εταιρείες στην πολιτεία της Νέας Υόρκης. Στη Μασαχουσέτη, 40.100 θέσεις εργασίας προέρχονται από επενδύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλες 30.000 από επενδύσεις της Ολλανδίας. Καναδικές επενδύσεις απασχολούν μόνο 22.600 άτομα.
Τα στοιχεία είναι εντυπωσιακά και δείχνουν πόσο αλληλοεξαρτώμενες είναι οι «ατλαντικές» οικονομίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Συνολικά, οι δύο αυτές οικονομίες έχουν επενδύσει η μία στην άλλη, άμεσα ή μέσα από θυγατρικές, πέραν του 1,8 τρισ. ευρώ (περίπου 2,55 τρισεκατομμύρια δολάρια). Η σχέση είναι εξαιρετικά σημαντική.
Πέρα, όμως, από τη στενή σχέση μεταξύ των δύο οικονομιών, οι συνδέσεις δείχνουν και το εύρος της παγκοσμιοποίησης. Οι Joseph Quinlan και Dan Hamilton του Johns Hopkins-SAIS υπολογίζουν πως 15 εκατ. άτομα απασχολούνται συνολικά σε θέσεις εργασίας που προέρχονται από τις επενδύσεις (κυρίως Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, ΑΞΕ) των μεν στους δε. Συνολικά, τα ποσά αφορούν εμπορική αξία 3,6 τρισ. ευρώ.
Σκεφτείτε πως το εμπόριο υπολογίζεται, σύμφωνα με τη Eurostat, κοντά στα 725 δισ. ευρώ για το 2009, εκ των οποίων το 66% αφορά την αποστολή αγαθών εντός της ίδιας εταιρείας, κάτι που υπογράμμισε και ο Peter Chase σε σημερινή του συνέντευξη στην «Καθημερινή», που ήταν και η αφορμή για αυτό το άρθρο.
Η σύνδεση των οικονομιών είναι ακόμα πιο βαθιά, αν αναλογιστεί κανείς πως υπάρχει και δεύτερος κύκλος επενδύσεων. Για παράδειγμα, μια αμερικανική επιχείρηση σε μια χώρα της Ευρώπης πολύ πιθανόν να επενδύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στην Κύπρο οι αμερικανικές ΑΞΕ ανέρχονται σε 1,15 δισ. ευρώ. Ωστόσο, τα στοιχεία ενεργητικού αμερικανικών εταιρειών που επενδύουν έμμεσα στην Κύπρο μέσα από θυγατρικές τους στην Ε.Ε., φτάνουν τα 3,2 δισ. ευρώ. Τα ίδια στοιχεία αναφέρουν πως οι έμμεσες αμερικανικές επενδύσεις απασχολούν 1.500 άτομα στην Κύπρο, ένας αριθμός καθόλου ευκαταφρόνητος, που καταδεικνύει πόσο σημαντικές είναι οι δευτεροβάθμιες ή «Έμμεσες Ξένες Επενδύσεις».
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν μπορεί μια μικρή ανοικτή οικονομία να επιβιώσει αν δεν χαρακτηρίζεται από προσαρμοστικότητα και δυναμικότητα. Αυτή η σκληρωτική στάση καταδίκασε πρώτα τον τουρισμό, όπου οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις δεν έδειξαν ποτέ την τόλμη για επενδύσεις ή βελτίωση του προϊόντος τους. Τα μεγάλα και εύκολα κέρδη της δεκαετίας του 1980 διέλυσαν την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την τόλμη σε πολλούς ξενοδόχους.
Εν τω μεταξύ, ενώ ο τουρισμός συνεχίζει την παρακμιακή του πορεία, ο χρηματοπιστωτικός τομέας και οι συναφείς υπηρεσίες άρχισαν να συμπληρώνουν το κενό. Παρά το γεγονός ότι το κράτος έχει αποτύχει στον ρόλο του, αυτό δεν αποτελεί άλλοθι και για τον ιδιωτικό τομέα.
Το κράτος, όμως, παραμένει εμπόδιο αντί για συνεργάτης των επιχειρήσεων. Δουλειά του είναι να λειτουργεί ως επόπτης –και τιμωρός– χωρίς όμως να μπαίνει στα πόδια των επιχειρήσεων άνευ λόγου. Στην Κύπρο, ο πολυκερματισμός της εποπτείας στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα αποτελεί ένα παράλογο εμπόδιο στη λειτουργία της αγοράς. Αν μη τι άλλο, το σύστημα ως έχει δημιουργεί ευκαιρίες και κίνητρα για διαφθορά, η οποία μάλιστα δύσκολα μπορεί να αποδειχθεί νομικά και να τιμωρηθεί. Σκεφτείτε πως το Υπουργείο Εμπορίου ελέγχει τα συνεργατικά και το Υπουργείο Οικονομικών ασκεί έλεγχο στις ασφαλιστικές εταιρείες. Το Εργασίας εποπτεύει τα Ταμεία Προνοίας. Αυτά, άλλα de facto και άλλα διά νόμου. Κι ακόμα δεν μιλήσαμε για την Κεντρική Τράπεζα, την Κεντρική Συνεργατική, την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού, την Κεφαλαιαγορά και το ΧΑΚ. Πρόκειται για ένα λαβύρινθο.
Την ίδια στιγμή, ενώ υπάρχει τριτοκοσμική αλληλοεπικάλυψη εξουσιών σε ορισμένες περιπτώσεις, σε άλλες υπάρχει μέγα κενό και νομική ασάφεια, τόσο για τη λειτουργία, όσο και για τη φορολόγηση ορισμένων χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων. Ιδίως για υπηρεσίες back office, τα κενά είναι μεγάλα. Αν και έχουν αναγνωριστεί, όμως, τίποτε δεν έγινε και εδώ και μήνες σχετικό νομοσχέδιο είναι κολλημένο στο Υπουργικό Συμβούλιο. Αυτές οι υπηρεσίες είναι μεγάλης σημασίας. Η Κύπρος ήδη έχει πλεονεκτήματα, με την εκπαίδευση των Κυπρίων, με τις υφιστάμενες «μαλακές» υποδομές και με την ήδη έντονη δραστηριοποίηση της οικονομίας σε συγγενείς υπηρεσίες.
Η ένταση με την οποία αυξάνεται ο ανταγωνισμός, αλλά και η βαθιά αλληλοσύνδεση των οικονομιών, δημιουργούν ευκαιρίες όσο και προκλήσεις. Ωστόσο, τα μαθήματα του τουρισμού, όπου η νομοθεσία και οι κρατικοί φορείς ήταν ανεπαρκείς και η στάση του ιδιωτικού τομέα ήταν μυωπική, πρέπει να μας καθοδηγήσουν. Πέρα από τους 1.500 Κυπρίους που απασχολούνται έμμεσα από αμερικανικές εταιρείες, υπάρχουν ευκαιρίες για έναν ακόμη σημαντικότερο αριθμό θέσεων εργασίας και για ακόμη περισσότερη ευρωστία για την οικονομία και την κοινωνία μας.
Σε όλα αυτά, καθόλου άσχετο δεν είναι το ΓεΣΥ, που πρέπει να προχωρήσει αν θέλουμε να αντέξουμε στις δαπάνες των δημογραφικών αλλαγών, ούτε και η εκπόνηση Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΜΔΠ), που θα εξορθολογίσει τις δαπάνες του κράτους.