
Όταν το 1866 ο πρωσικός στρατός διέλυσε τους Αυστριακούς, οι στρατηγοί ήθελαν να προελάσουν και να παρελάσουν στη Βιέννη. Ο καγκελάριος της Πρωσίας, όμως, με μια κοφτή διαταγή, τους σταμάτησε και τους έστειλε όλους πίσω στις βάσεις τους. Στον πόλεμο που είχε στήσει στο Σλέσβιγκ-Χόλσταϊν μερικά χρόνια νωρίτερα, είχε φροντίσει να έχει στο πλευρό του την Αυστρία. Τώρα, όμως, αφού την κατατρόπωσε, ήθελε να ξανακτίσει τις παλαιότερες σχέσεις. Αυτό που δεν είχαν καταλάβει οι στρατηγοί, ήταν πως ο Βίσμαρκ προσχεδίαζε έναν πόλεμο με στόχο να φροντίσει πως η επικείμενη ενοποίηση της Γερμανίας δεν θα συμπεριελάμβανε την ισχυρή πλην πολυεθνική Αυστρία. Με την Kleindeutschland στο χέρι, σταμάτησε την προέλαση και άρχισε αμέσως την προσπάθεια αναθέρμανσης των σχέσεων.
Η Βίσμαρκ δεν απέφευγε τη σύγκρουση. Από την πρώτη του απόφαση μόλις ανέλαβε την εξουσία, όταν εισέπραξε φόρους που το κοινοβούλιο είχε καταψηφίσει, μέχρι το κούλτουρκαμπφ, έδειξε πως δεν είχε δισταγμούς. Ακόμα και όταν έλεγε πως η Γερμανία θα ενωθεί «με αίμα και σίδερο», δεν έκανε δήλωση αλλά ανακοίνωση.
Αργότερα, το 1870, μετά από μια καλά σχεδιασμένη μπλόφα και ένα παραποιημένο τηλεγράφημα που διέρρευσε στον γαλλικό Τύπο, ο Βίσμαρκ έστειλε τα στρατεύματά του στη Γαλλία. Λίγες μέρες αργότερα, μετά από δύο μάχες στο Μετζ και το Σεντάν, ο Βίσμαρκ βρισκόταν μαζί με τον Κάιζερ στις Βερσαλλίες και ανακήρυτταν την ενοποίηση της Γερμανίας και τη σύσταση του Β΄ Ράιχ.
Όπως και στην Αυστρία, οι στρατηγοί του ήθελαν να μετατραπούν σε δύναμη κατοχής και να προσαρτήσουν εδάφη. Για δεύτερη φορά, ο Βίσμαρκ τούς το απαγόρευσε ρητά, με εξαίρεση την περίπτωση της Αλσατίας-Λωρραίνης που πείστηκε ο Κάιζερ να προσαρτήσει. Τελικά, για δεύτερη φορά αποδείχθηκε πως ο Βίσμαρκ είχε απόλυτο δίκαιο στις εκτιμήσεις του και η Γερμανία πλήρωσε, αργότερα, την προσάρτηση.
Παρά τα τεράστια ελαττώματα του χαρακτήρα του, ο Βίσμαρκ είχε ένα χαρακτηριστικό που ο κάθε ηγέτης πρέπει να μελετήσει: ό,τι έκανε, ήταν μέρος ενός σχεδιασμού που έβλεπε τουλάχιστον πέντε χρόνια μπροστά.
Τίποτε από όλα αυτά δεν είναι άσχετο με τις διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων την περασμένη εβδομάδα. Διότι σχεδόν όλες οι συζητήσεις που έγιναν, αφορούσαν την επόμενη μέρα, τα οφέλη μας στις διαπραγματεύσεις στο άμεσο διάστημα και τις επόμενες κινήσεις του Ερντογάν μετά τις εκλογές. Το μάθημα του Βίσμαρκ, όμως, είναι πως το κακό του εχθρού σου δεν είναι πάντοτε προς το συμφέρον σου και πως, όταν επιτυγχάνεις τον στόχο που έθεσες, τότε πρέπει να σταματάς.
Ο γράφων θα συνεχίσει να επιμένει πως η εξυγίανση της οικονομίας των Κατεχομένων πρέπει να αποτελεί και δικό μας στόχο. Όχι από αγάπη προς τις αρχές των Κατεχομένων, αλλά από ανησυχία για τα δικά μας εθνικά συμφέροντα. Σήμερα, η πολιτική ηγεσία πρέπει να προβληματιστεί πιο σοβαρά. Ο Ερντογάν, με το πακέτο του, προκάλεσε το μένος των Τουρκοκυπρίων, διότι τα μέτρα είναι επώδυνα και σ’ αυτά υπάρχει διάχυτη η υπεροψία. Το υποβόσκον αίσθημα αδικίας των Τουρκοκυπρίων ήρθε στην επιφάνεια και η αντίδρασή τους ήταν φυσιολογική.
Ωστόσο, πέρα από όλα τα άλλα στοιχεία που αναλύουν σήμερα στο Προεδρικό και στο ΥΠΕΞ οι υπεύθυνοι του κράτους, πρέπει να λάβουμε υπόψη και μια άλλη διάσταση. Ας μη γελιόμαστε. Μπορεί το πακέτο του Ερντογάν να απορρίπτεται στα Κατεχόμενα για «εθνικούς λόγους», αλλά κάποιο «πακέτο» θα είναι κάποτε απαραίτητο. Τα Κατεχόμενα είναι χρεοκοπημένα εδώ και χρόνια. Μετά την κρίση του 2001, οι τράπεζες είναι ξανά στα πρόθυρα της διάλυσης. Τα χρέη του «κράτους» είναι τεράστια και χωρίς αντίκρισμα για την ανάπτυξη ή την κοινωνία. Ολόκληρη η οικονομία είναι στραμμένη στο ρουσφέτι, την προαγωγή της διαφθοράς και την κουμπαροκρατία. Οι θεσμοί δεν λειτουργούν. Η κρατική μηχανή είναι αναποτελεσματική. Η γραφειοκρατία, η ανομία και τα αλόγιστα έξοδα του «κράτους» καταπνίγουν την οικονομική δραστηριότητα.
Με αυτή την εικόνα, τίθεται ένα ερώτημα: Αν δεν διορθωθούν τα προβλήματα, ποιος θα επιβάλει «πακέτο» στους Τουρκοκύπριους μετά τη λύση; Αν εμείς χρειαζόμαστε εξυγίανση, τα Κατεχόμενα χρειάζονται ριζική αναδιάρθρωση των πάντων, η οποία και θα είναι επώδυνη. Θα τη φέρουμε εμείς; Η ομοσπονδία; Οι βουλευτές μας σε ένα ενιαίο κράτος;
Πάντοτε υποστήριζα πως απαιτείται ένα άμεσο πρόγραμμα υιοθέτησης του ευρωπαϊκού κεκτημένου στα Κατεχόμενα, αλλά και πιο σωστή διαχείριση των δαπανών της Ε.Ε. Άσχετα με το αν θα έχουμε λύση και ανεξάρτητα από το είδος της λύσης, όλες οι οικονομικές ασθένειες στα Κατεχόμενα θα μας επηρεάζουν πάντα. Τόσο οι άμεσες επιπτώσεις, όσο και οι κοινωνικές και πολιτικές τους προεκτάσεις, δεν θα σταματούν στην Πράσινη Γραμμή. Αν νομίζουμε πως αυτό που είναι κακό για τους Τουρκοκύπριους είναι αυτόματα καλό για εμάς, βαδίζουμε προς ένα ακόμη λάθος, όπως εκείνα που μας έφεραν στις σημερινές συγκυρίες. Ο Βίσμαρκ έχει, ακόμα, πολλά να μας διδάξει.
Άσχετο, αλλά για να μην ξεχνιόμαστε, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ).