Η αόρατη ανησυχία

Όπως ήταν φυσικό, η είδηση πως οι Moodys’ και οι Fitch θα ακολουθήσουν τον δρόμο των υποβαθμίσεων που άνοιξαν οι Standard and Poor’s, προκάλεσε πολλά σχόλια. Πάνω από όλα, όμως, είδαμε ερμηνείες της κατάστασης που δείχνουν μάλλον επιδερμικές και απρόσεκτες.

Είναι ξεκάθαρο πως οι τρεις οίκοι αξιολόγησης συγκλίνουν στην ίδια γενική εκτίμηση: Πρώτο, υπάρχει βαθύ δημοσιονομικό πρόβλημα. Δεύτερο, οι τράπεζες έχουν δικά τους προβλήματα, ενώ επηρεάζονται και από τα δημόσια οικονομικά. Τρίτο, έχουμε μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Όσο κι αν προσπαθούν ορισμένοι, δεν μπορεί να αποφευχθεί το πρόβλημα των δημοσίων οικονομικών. Και δεν μιλάμε για τον προϋπολογισμό του 2010 και του 2011, αλλά για τις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν ποτέ. Παρομοίως, οι τράπεζες πρέπει να κοιτάξουν τα του οίκου τους.

Πέρα, όμως, από αυτά τα δεδομένα, υπάρχει και το ζήτημα της ανταγωνιστικότητας. Ενώ οι Moody’s ήταν οι μόνοι που έκαναν ρητή αναφορά στο πρόβλημα αυτό, μία προσεκτική ανάγνωση των ανακοινώσεων των άλλων δύο οίκων, δείχνει πως κι εκείνοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα. Παρομοίως, βλέπουμε αναφορές σε μια σειρά από αναλύσεις της Κομισιόν, του ΔΝΤ και πολλών διεθνών αναλυτών.

Έτσι, θα πρέπει να κοιτάξουμε, πέρα από τις ανύπαρκτες δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, και την πολιτική της πολιτείας μας για την μακροοικονομική εξυγίανση. Εν ολίγοις, οι αλλαγές που απαιτούνται, είναι ριζικές.

Από την πλευρά του ΑΚΕΛ, ο Σταύρος Ευαγόρου τοποθετήθηκε για την ανταγωνιστικότητα, λέγοντας πως αυτό αφορά κυρίως τις επιχειρήσεις. Κι έχει δίκαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τουρισμός, όπου οι ξενοδόχοι και εστιάτορες προτίμησαν μετά τη χρυσή δεκαετία του 1980 να αρμέξουν την αγελάδα μέχρι να πεθάνει από αφυδάτωση. Εκείνοι οι λίγοι που προτίμησαν να κάνουν επενδύσεις και να αναλάβουν ρίσκα για να βελτιώσουν το προϊόν τους και να μπουν σε ειδικές (niche) αγορές, είναι σήμερα οι μόνοι που αισθάνονται κάποια άνεση.

Ωστόσο, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε πως το κράτος δεν έχει ρόλο στην ανταγωνιστικότητα. Αν δούμε και πάλι τον τουρισμό, βλέπουμε ανύπαρκτα σχέδια, καθυστερημένες υποδομές, περίεργες αποφάσεις, σπατάλη και αδιαφορία για τους νόμους. Δημόσια Έργα, ΚΟΤ, Αστυνομία, Βουλή και κυβέρνηση φέρουν ευθύνη. Παρόμοια είναι και η κατάσταση στην άλλη βασική μας βιομηχανία, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπου τα νομικά κενά και οι παρεμβάσεις δημιουργούν κωλύματα στην ανάπτυξη.

Τα δύο βασικότερα προβλήματα για την ανταγωνιστικότητα, είναι, πρώτο πως οι μισθοί αυξάνονται ταχύτερα από την παραγωγικότητα και δεύτερο πως η οικονομία είναι πολύ πιο ευαίσθητη από άλλες χώρες στην διακύμανσης του πληθωρισμού. Το κράτος έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει όσον αφορά την ανισορροπία αυτή. Ο ρόλος της ταλαιπωρημένης ΕΠΑ, αλλά και των μονοπωλίων (κρατικών και άλλων) είναι εξαιρετικά σημαντικός.

Σημαντικότατη θα είναι επίσης η συμβολή του κράτους στην ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα, του οποίου το μέγεθος θα πρέπει να μας ωθεί να τον στηρίζουμε, όχι να τον κτυπούμε. Ουδείς παραπονέθηκε, εξάλλου, όταν ο «μεγαλύτερος τομέας», με τζίρο πολλαπλάσιο του ΑΕΠ, ήταν ο τουρισμός. Κι ακόμα, ο τουρισμός καταστράφηκε, τόσο εξ αιτίας των επαγγελματιών, όσο και εξ αιτίας του κράτους.

Ακόμα, η αύξηση των μισθών με ταχύτερους ρυθμούς από την παραγωγικότητα, έχει πολλά να κάνει με την ΑΤΑ. Κανένας από τους τεχνοκράτες και αναλυτές δεν διαφωνεί με αυτή την διαπίστωση. Ουσιαστικό μέρος του προβλήματος δεν είναι η ΑΤΑ για τους χαμηλόμισθους, αλλά αντίθετα η ΑΤΑ των υψηλά αμειβομένων. Γι αυτό και το επιχείρημα πως οι λεγόμενοι εργαζόμενοι «διασώζονται» από τον θεσμό, είναι άστοχο: Το πρόβλημα δεν είναι η ΑΤΑ των φτωχών, αλλά η ΑΤΑ των πλουσίων. Παρόμοιο ρόλο έχουν και οι αυτόματες αυξήσεις στο δημόσιο, στρεβλώνουν την οικονομία.

Σημαντικός είναι και ο ρόλος του κράτους όσον αφορά στην παραγωγικότητα. Εάν η οικονομία στο σύνολό της μπορούσε να αυξήσει την παραγωγικότητα, τότε θα μπορούσαν και οι μισθοί να αυξάνονται μαζί της χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα που θα πληρώσουμε όλοι στο σύντομο μέλλον. Έτσι, η πλέον φιλολαϊκή πολιτική, έχει να κάνει με την παραγωγικότητα. Με άλλα λόγια, με την ενίσχυση της έρευνας, της στήριξης για νέες τεχνολογίες και τεχνοτροπίες, με την υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών, με την σύνδεση πανεπιστημίων-επιχειρήσεων και με την βελτίωση των συνθηκών εργασίας.

Έτσι, το κράτος δεν απαλλάσσεται καθόλου από το παράπονο των οίκων αξιολόγησης και λοιπών αναλυτών πως η ανταγωνιστικότητα αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για τον τόπο.

Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ).

Ένα σχόλιο

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.