Το περασμένο Σάββατο το βράδυ, οι ΗΠΑ βίωσαν ένα νέο κύμα βίας, αυτή τη φορά στην Αριζόνα. Στόχος της επίθεσης ήταν η βουλευτής, Γκαμπριέλ Γκίφφορντς οποία πυροβολήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, εξ επαφής στο κεφάλι. Κατά την ώρα σύνταξης του κειμένου, δεν υπήρχε σαφής εικόνα σχετικά με τα συμβάντα ή τα θύματα. Ενώ η τοπική αστυνομία δήλωσε πως η κα. Γκίφφορντς ήταν νεκρή, νέες πληροφορίες αναφέρουν πως έχει υποβληθεί σε πολύωρη εγχείρηση η οποία έχει ολοκληρωθεί και βρίσκεται εν ζωή μεν, αλλά σε κρίσιμη κατάσταση. Άλλα έξι άτομα, όμως, έχασαν τη ζωή τους, ενώ οι τραυματίες ανέρχονται σε 30.
Οι αμερικανοί, πάντως, πρέπει να αισθάνονται ανακούφιση που ο ύποπτος δεν δείχνει να έχει δράσει με μικροπολιτικά κίνητρα: Παρά την μεγάλη πόλωση, την αμοιβαία αντιπάθεια και την σοβαρή κοινωνική διχόνοια που εδώ και μερικά χρόνια έχουν μετατραπεί σε χαρακτηριστικά της πολιτικής ζωής των ΗΠΑ, ο βασικός δράστης δεν ήταν ρεπουμπλικάνος και η δημοκρατική πολιτική ταυτότητα της κας Γκίφφορντς δεν φαίνεται να ήταν μέρος του κινήτρου. Τα βίντεο που ο δράστης ανέβασε στο myspace καταδεικνύουν πως ο δράστης έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με τον Τίμοθι Μακβέη, που κρίθηκε ένοχος για την βομβιστική επίθεση κατά του κτηρίου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στην Οκλαχόμα το 1994.

Παρά το γεγονός ότι τα βίντεο δείχνουν πως ο δράστης έχει προφανή ψυχολογικά προβλήματα, όμως, υπάρχει μια βασική λογική στην πράξη του. Σε αντίθεση με τον Τσάπμαν (που σκότωσε τον Τζον Λένον) ή τον Τζον Χίνκλι που πυροβόλησε τον Ρήγκαν, υπάρχει σημαντική πολιτική διάσταση στην τρέλα του. Όπως έγινε και κατά την δολοφονία του Λίνκολν από τον Μπουθ και την επίθεση του Μακβέη στην Οκλαχόμα, τα κίνητρα αφορούν κυρίως την σχέση του ομόσπονδου κράτους με τις πολιτείες, αλλά και με τους πολίτες. Η βαθειά ριζωμένη αντιπάθεια των αμερικανών –κυρίως στις νότιες πολιτείες- κατά της ομόσπονδης κυβέρνησης, συνεχίζει να πληγώνει την χώρα. Η εμπειρία της 11ης Σεπτεμβρίου δεν ανέτρεψε τα αισθήματα των «συνομοσπονδιακών» κατά της κυβέρνησης, παρά τις προσπάθειες της τότε κυβέρνησης των ΗΠΑ που χρησιμοποίησε τον εθνικισμό για να προωθήσει τον πατριωτισμό.
Σήμερα, όμως, πέρα από την καχυποψία με την οποία βλέπουν το κράτος τους, πέρα από την αντιπάθεια –ακόμα και μίσος- και πέρα από τις ιστορικές καταβολές αυτής της σχέσης πολίτη-κράτους, προκύπτουν και νέα δεδομένα από την επίθεση. Οι ΗΠΑ βρίσκονται ήδη κάτω από ένα κλοιό ασφαλείας. Οι επισκέπτες στην χώρα αντιμετωπίζουν μια εξαιρετικά ανησυχητική κατάσταση. Ήδη, υπάλληλοι, ταξιδιώτες, ακόμα και πολιτικοί άρχισαν να αντιδρούν στις πραγματικά υπερβολικές διαδικασίες ασφαλείας στα αμερικανικά αεροδρόμια, οι οποίες κοστίζουν ουκ ολίγα σε άμεσες και έμμεσες δαπάνες (πχ καθυστερήσεις, χαμένος χρόνος κτλ). Από προσωπική εμπειρία, δε, γνωρίζω πως οι διαδικασίες δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στον εντοπισμό απαγορευμένων αντικειμένων.
Επιπλέον, η χώρα δαπανά τεράστια ποσά για την ασφάλεια. Μετά την επίθεση στην Οκλαχόμα, οι δαπάνες για την ασφάλεια και ασφάλιση ιδιωτικών κτηρίων άρχισε μια ανοδική πορεία. Σύμφωνα με την BOMA (Building Owners and Managers Association) οι σχετικές δαπάνες αυξήθηκαν 53% από το 1994, όταν έγινε η επίθεση στην Οκλαχόμα, μέχρι το 2005. Κι από τότε οι δαπάνες συνεχίζονται. Τα επίσημα στοιχεία έδειχναν πως το 2005, οι επίσημες δαπάνες για την ασφάλεια, προσέγγιζαν το 1% του ΑΕΠ, ενώ από αυτά εξαιρούνται οι δαπάνες των νοικοκυριών για συστήματα ασφαλείας και σχετικές υπηρεσίες. Οι δαπάνες για τις φυλακές, υπηρεσίες αστυνόμευσης και νομικές διαδικασίες, εξαιρούνται, επίσης από αυτό τον υπολογισμό. Οι ιδιωτικοί φρουροί και αστυνομικοί υπολογίζεται πως θα ξεπεράσουν το 1 εκατ. άτομα το 2012, ενώ αν υπολοιγστούν και οι κρατικοί λειτουργοί ασφαλείας (φρουροί,λ αστυνομία κτλ), ξεπερνούν ήδη τα 3 εκατ. Οι φυλακισμένοι στις ΗΠΑ, την χώρα με την πιο μεγάλη συχνότητα φυλάκισης, προσεγγίζουν τα 1,6 εκατ. άτομα.
Τα συνολικά ποσά είναι δύσκολο να υπολογιστούν, αλλά είναι τεράστια. Ολόκληρο το έθνος των ΗΠΑ δαπανά μυθικά ποσά για την ασφάλεια από πραγματικούς ή φανταστικούς κινδύνους, ενώ ο κλοιός ασφαλείας κλείνει. Ωστόσο, το πολιτικό και κοινωνικό κόστος ίσως να είναι ακόμα μεγαλύτερο. Αυτά είναι «κλασσικά» συμπτώματα μιας υπερδύναμης που χάνει την θέση κυριαρχίας της: Πανικός, εμμονή και ανεξήγητες δαπάνες σε κάποιο ζήτημα που εκ πρώτης όψεως απειλεί βασικά χαρακτηριστικά της υπερδύναμης, ή, όπως λένε οι αμερικανοί, «our way of life».
Ήδη, ορισμένα από τα πιο σοβαρά blogs κάνουν λόγο για την πολιτική απειλή που προκύπτει από την επίθεση. Η πρόσβαση των πολιτών στους εκπροσώπους τους, τόσο στο Κογκρέσο όσο και στην Γερουσία, δεν θα είναι πια η ίδια. Μέχρι σήμερα, και παρά τα οδοφράγματα και την ασφάλεια, η είσοδος στα γραφεία τους είναι εύκολη, τόσο στην Ουάσιγκτον, όσο και στα τοπικά τους γραφεία στις πολιτείες όπου εκλέγονται. Ένα νέο κύμα σύσφιξης της ασφάλειας, θα κλείσει αυτή την πρόσβαση, δίνοντας ακόμα περισσότερο χώρο στα ειδικά συμφέροντα και τα ακριβά λόμπι. Και, όσο πιο «ειδικό» είναι ένα συμφέρον, όσο πιο πολύ (και πολλά) μπορεί να συμβάλει στην εκλογή ενός πολιτικού και τόσο πιο αποκλειστική θα είναι και η πρόσβαση που θα έχει σε αυτόν ή αυτή.
Η είδηση της επίθεσης κατά της κα; Γκίφφορντς θα είναι πρώτη στα ειδησεογραφικά πρακτορεία για μερικές ακόμα ώρες. Στην Κύπρο, μάλλον θα περάσει στα ψιλά. Αλλά αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη, αφού πολύ πιθανόν να αποτελέσει το έναυσμα μιας νέας σειράς αυτοκαταστροφικών μέτρων της υπερδύναμης του πλανήτη, με σοβαρά μακροπρόθεσμα επιπτώσεις στον διεθνές σύστημα. Ως πρώτη αντίδραση, η είδηση της επίθεσης κατά της βουλευτή Γκίφφορντς, δείχνει σοβαρή, και ίσως να προκαλέσει πολλά προβλήματα στις ΗΠΑ, μακροπρόθεσμα. Πιο καθαρή εικόνα, όμως, θα έχουμε όταν καθαρίσει ο καπνός.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ)