Το πρόβλημα της Δεξιάς στην Κύπρο, όσον αφορά στην οικονομία, είναι πως δεν έχει καταφέρει να διατυπώσει σαφώς ποιες είναι οι θέσεις της. Μάλιστα, η συντριπτική πλειοψηφία των υψηλών στελεχών του ΔΗΚΟ και του ΔΗΣΥ δείχνουν να μην έχουν καμία άλλη κατεύθυνση στην οικονομική πολιτική πέρα από τον λαϊκισμό, ή –πιο επιεικώς– τη βραχυπρόθεσμη και οικονομοτεχνικά λανθασμένη τοποθέτηση σε επί μέρους θέματα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι πως όλο το βάρος πέφτει στους ώμους δύο στελεχών –του Νικόλα Παπαδόπουλου στο ΔΗΚΟ και του Αβέρωφ Νεοφύτου στον ΔΗΣΥ–, οι οποίοι αναγκάζονται να εκτίθενται συνεχώς.
Όσον αφορά στο ΔΗΚΟ, η αίσθηση –και η πληροφόρηση– που υπάρχει, είναι πως το κόμμα ούτως ή άλλως δεν έχει σαφή γραμμή σε σχεδόν κανένα θέμα, με μοναδική ίσως εξαίρεση ορισμένα κοινωνικά ζητήματα και διάφορες άλλες γενικολογίες. Οι εσωτερικές «καταστάσεις» έχουν αντικαταστήσει την ανάπτυξη πολιτικής γραμμής με δημόσια αλληλοαδειάσματα και προφανή παιχνίδια. Στο βάθος βρίσκονται πρώτα η προεδρία της Βουλής και μετά η προεδρία της Δημοκρατίας. Αυτό φάνηκε, για τους γνωρίζοντες, και στη στάση του κόμματος εσχάτως, σχετικά με τα μέτρα εξυγίανσης.
Ο ΔΗΣΥ, όμως, ως «αξιωματική» αντιπολίτευση, έχει ένα επιπλέον βάρος. Αν το ΔΗΚΟ περνά από φάση εσωστρέφειας, στον ΔΗΣΥ δεν υπήρξε ποτέ σαφής οικονομική πολιτική. Η «χριστιανοδημοκρατική» θέση υπέρ της «κοινωνικής αγοράς» δεν αρκεί, αφού η γερμανική λογική πρέπει να αποκρυσταλλωθεί σε ξεκάθαρες θέσεις προσαρμοσμένες στην Κύπρο.
Το κυριότερο πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει ομοιομορφία απόψεων, αλλά κυρίως δεν υπάρχει ούτε ενδιαφέρον από ορισμένα στελέχη να επιμορφωθούν για οικονομοτεχνικά ζητήματα. Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες και –για όσους παρακολουθούν– πασιφανείς.
Το αποτέλεσμα είναι πως ο ΔΗΣΥ δεν καταφέρνει να διαδραματίσει τον ρόλο που θα μπορούσε –και οφείλει– στην ανάπτυξη του πολιτικού διαλόγου για την οικονομία. Δημιουργείται, έτσι, πολιτικό κενό. Το ζήτημα δεν σχετίζεται με την κομματική πειθαρχία – η οποία ούτως ή άλλως δεν αφορά αυτή τη στήλη. Αφορά, όμως, μια πολύ σημαντική πτυχή της δημοκρατίας και της πολιτικής ζωής.
Η δημοκρατία είναι μια «αγορά ιδεών», όπου η σύγκρουση απόψεων, ο συνεχής διάλογος και η σοβαρή συζήτηση βοηθούν στην ανάπτυξη των καλύτερων πολιτικών. Ο ΔΗΣΥ, αν εξαιρέσουμε ορισμένα στελέχη, δεν συμβάλλει όσο θα έπρεπε σε αυτή τη διαμόρφωση ιδεών. Κι αυτό οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός ότι τα ελάχιστα στελέχη που έχουν συγκροτημένη άποψη για την οικονομία (και η λέξη-κλειδί είναι «συγκροτημένη»), μιλούν ως προσωπικότητες και όχι ως κόμμα, ή τουλάχιστον τέτοια εντύπωση δίνεται. Τα πιο νεαρά στελέχη του κόμματος, δε, που υπόσχονται πολλά, δεν έχουν συμμετάσχει όσο θα έπρεπε στον δημόσιο διάλογο για την οικονομία.
Εν όψει του «ιδεολογικού» συνεδρίου, το κόμμα της αντιπολίτευσης έχει μια ευκαιρία να διατυπώσει με σαφήνεια το θεωρητικό οικονομικό του πλαίσιο, το οποίο να δίνει σχήμα στις περί οικονομίας θέσεις του. Δεν μιλάμε για «ιδεολογική επιμόρφωση» που ισούται με τη διαγραφή κάθε εσωτερικού διαλόγου, αλλά αντίθετα για διαμόρφωση μιας δυναμικής συζήτησης από την οποία να βγαίνει ένα σαφές θεωρητικό πλαίσιο. Μιλάμε για ένα σχεδόν ακαδημαϊκό κείμενο «κατεύθυνσης» και όχι για δηλώσεις δημόσιας επικοινωνίας.
Ακόμα, η Δεξιά δεν έχει τοποθετηθεί σε ζητήματα που είναι καυτά, επείγοντα και πασιφανή. Ο «ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο», κατά την αγγλική έκφραση, τον οποίο όλοι κάνουν πως δεν βλέπουν, δεν έχει αναγνωριστεί πλήρως ούτε από τη Δεξιά: Γίνονται σκέψεις για μερική ιδιωτικοποίηση των συντάξεων, ή τουλάχιστον για ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου για επαγγελματικές ή ιδιωτικές συντάξεις; Θα σκεφτεί, ακόμα, η Δεξιά αν η πολιτική του dirigisme, που εσχάτως εγκαταλείφθηκε, πρέπει να επανέλθει, κι αν ναι, με ποιο τρόπο; Αν δεν ξεκαθαρίσει ρητά το πώς βλέπει τη θέση του κράτους στην οικονομία, δεν μπορεί να διατυπώσει θέση για τη δημόσια υπηρεσία, εκτός κι αν αυτή είναι σε ad hoc βάση.
Ορισμένα στελέχη μιλούν και έχουν κάποτε μια πολύ προοδευτική σκέψη. Έχουν «συγκροτημένο» και οικονομοτεχνικά ορθό λόγο – χωρίς αυτό να σημαίνει πως η στήλη συμφωνεί μαζί τους απόλυτα. Ωστόσο, αυτοί φαίνονται απελπιστικά μόνοι εντός των κομμάτων τους, τα οποία σφυρίζουν αδιάφορα και εστιάζονται στην ψηφολογική ανάλυση των θέσεών τους. Αντίθετα, αν κοιτούσαν πιο μπροστά, τα κόμματα της Δεξιάς θα έβλεπαν τα μαθήματα των τελευταίων πέντε ετών: Ο λαός επιβραβεύει την τόλμη.
Αν το πρόβλημα της Αριστεράς είναι πως έχει εγκλωβιστεί σε ιδεολογήματα με αποτέλεσμα να μη βλέπει την ουσία των προβλημάτων, όλα δείχνουν πως το πρόβλημα της Δεξιάς είναι το αντίθετο. Ότι, δηλαδή, έχει δώσει τόση προσοχή στα επί μέρους προβλήματα, που χάθηκε το θεωρητικό πλαίσιο. Ακόμα, αν η Αριστερά έχει παγιδευτεί στην αυστηρή πειθαρχία και την παρερμηνεία εννοιών (ουδείς στην Αριστερά δεν δείχνει να κατανοεί τη λέξη «νεοφιλελεύθερος»), η Δεξιά δεν έχει καταφέρει ούτε να «ελέγξει» το λεξιλόγιο του πολιτικού διαλόγου, ούτε να διαμορφώσει θεωρητικό πλαίσιο. Έτσι, στελέχη μιλούν, αλλά είναι μόνοι, και η Δεξιά δεν καταφέρνει να εκτελέσει την αποστολή της μέσα σε μια δημοκρατία στην οποία απαιτείται πιο σοβαρός και έντονος διάλογος.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ).
[…] απόλυτα φιλελεύθερη λογική της Δεξιάς, με κύριο εκφραστή της τον Μίλτον Φρίντμαν, είχε φτάσει […]