
Στο απόγειο του ιμπεριαλισμού, στο τέλος του 19ου αιώνα, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ενεπλάκησαν σε μια αποικιοκρατική «κούρσα» για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν περισσότερα εδάφη-αποικίες. Οι Γάλλοι ξεκίνησαν από την ατλαντική ακτή της αφρικανικής ηπείρου, στη σημερινή Σενεγάλη, και κινήθηκαν προς ανατολάς. Οι δε Βρετανοί, οι άλλοι μεγάλοι «παίκτες» της επέκτασης, κινήθηκαν από τη νότια ακτή της ηπείρου προς τον βορρά.
Οι δύο επεκτατικές γραμμές δεν μπορούσαν παρά να συναντηθούν σε κάποιο σημείο. Και, όποιος αποκτούσε έλεγχο του σημείου αυτού, θα έλεγχε και τη μοίρα της Αφρικής. Θα έλεγχε, ακόμα, την Αίγυπτο και επομένως την ανεκτίμητη πρόσβαση προς την Ερυθρά Θάλασσα.
Αυτό το σημείο ήταν η Fashoda, στην οποία δέσποζε το ομώνυμο φρούριο, προς το οποίο κινήθηκαν οι δυνάμεις του Marchand για τους Γάλλους και του Kitchener για τους Βρετανούς. Οι δύο έφτασαν στο φρούριο σχεδόν ταυτόχρονα και οι δυνάμεις τους βρέθηκαν αντιμέτωπες στις 18 Σεπτεμβρίου 1898. Παρά τις ευγενείς παραστάσεις, ουδείς ήταν διατεθειμένος να δώσει στον άλλο το φρούριο.
Στις πρωτεύουσες των δύο κρατών, οι αυτοκρατορικές διαθέσεις και ο εγχώριος Τύπος δημιούργησαν πολεμικό κλίμα και οι δύο έφτασαν πολύ κοντά στην κήρυξη πολέμου, για τον οποίο μάλιστα άρχισαν να ετοιμάζονται.
Η αντιπαράθεση και το νέφος του πολέμου διήρκεσαν δύο μήνες. Ενώ, όμως, οι δύο κυβερνήσεις ακόμα συζητούσαν, οι Kitchener και Marchand συμφώνησαν να μοιραστούν το φρούριο. Οι Βρετανοί έλαβαν έλεγχο των στρατιωτικά πιο σημαντικών πύργων, όπου ανάρτησαν τη σημαία τους. Ωστόσο, και οι Γάλλοι ανάρτησαν τη δική τους σημαία στην άλλη πλευρά του φρουρίου, ενώ κατάφεραν να συμφωνήσουν ακόμα και στο σημείο όπου θα υψωνόταν η αιγυπτιακή σημαία.
Τελικά, στις 4 Νοεμβρίου, ο Γάλλος πρωθυπουργός Delcassé διέταξε τον Marchand να υποχωρήσει. Σε αντάλλαγμα, οι Γάλλοι έλαβαν μια σειρά από φυλάκια και τον έλεγχο του εμπορίου μεταξύ του Νίγηρα και του Νείλου.
Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα, όμως, ήταν πως οι δύο αιώνιοι εχθροί ανακάλυψαν κάτι καινούργιο για τον εαυτό τους: Ήταν δυνατόν, τελικά, να τα βρουν ειρηνικά, ακόμα και στις πιο δύσκολες διαφορές τους, φτάνει να υπήρχε καλή θέληση, αλλά και μεγάλη τόλμη εκ μέρους των δύο πλευρών. Οι ιστορικοί, μάλιστα, θεωρούν το επεισόδιο της Fashoda ως την πιο καθοριστική στιγμή για την ανάπτυξη της Entente Cordiale, με την οποία οι δύο χώρες έγιναν –μέχρι και σήμερα– σύμμαχοι.
Στο τέλος μιας εβδομάδας που δεν επαλήθευσε τις προσδοκίες ότι το κυβερνών κόμμα και το ΔΗΚΟ θα κατάφερναν επιτέλους να δείξουν την απαιτούμενη σοβαρότητα, τόλμη και υπευθυνότητα για να συμφωνήσουν σε μέτρα που επείγουν αλλά καθυστερούν, το επεισόδιο της Fashoda φαντάζει ως ένα εξαιρετικό παράδειγμα τού γιατί η πραγματική μαγκιά δεν είναι να επιμένεις αλλά να τα βρίσκεις.
Το μεν ΔΗΚΟ επιμένει να θέτει στο τραπέζι καινούργιες προτάσεις, αντιπροτάσεις και εισηγήσεις. Μάλιστα, πολλές από αυτές βρίσκουν τη στήλη απόλυτα σύμφωνη, αφού αποτελούν σημαντικές κινήσεις για μόνιμη εξυγίανση της οικονομίας και δη του δημόσιου τομέα που νοσεί. Ωστόσο, το κόμμα είχε μπόλικο χρόνο να τις θέσει επί τάπητος, να τις συζητήσει και να επιμένει. Τόσο το ΔΗΚΟ, όσο και οι υπόλοιποι από εμάς που θέλουμε να δούμε αυτές τις προτάσεις να υλοποιούνται, πρέπει να δεχτούμε πως πλέον είναι αργά για το συγκεκριμένο πακέτο. Η συμφωνία στα μέτρα σήμερα επείγει. Hannibal ante portas.
Ακόμα, το ΔΗΚΟ δείχνει ανίκανο να αποφασίσει ποια είναι η στάση του και, ενώ δίνει σαφή μηνύματα στο ΑΚΕΛ ότι συμφωνεί μαζί του και θα τα βρουν, την άλλη «αλλάζει γνώμη» και διαλύει τη συζήτηση. Μάλλον θα πρέπει, για το καλό του τόπου, να κάνουν μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ τους.
Το δε ΑΚΕΛ, από την άλλη, επιμένει σε ανεξήγητα κολλήματα που δεν έχουν οικονομική λογική, αλλά και σε μέτρα που δεν θα βοηθήσουν ουσιαστικά την οικονομία. Βρήκε μάλιστα μια φόρμουλα για τη μείωση του κρατικού μισθολογίου που είναι μάλλον νερόβραστη και άτολμη. Μπορεί να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, αφήνοντας εκτός των μειώσεων τους πιο χαμηλόμισθους, αλλά προβλέπει αυξήσεις άνω του 3% για τους πιο χρυσοπληρωμένους. Αυτό το μέτρο, που πλασάρεται ως «μείωση», είναι ένα από πολλά παραδείγματα ανάμεσα στα μέτρα. Εξίσου άτολμη είναι και η επιμονή να δοθούν προσαυξήσεις, τη στιγμή που τα δημόσια οικονομικά δεν αντέχουν.
Και οι δύο μαζί συμφωνούν σε «διάλογο», δηλαδή αναστολή μέτρων, όσον αφορά στο συνταξιοδοτικό, το οποίο οι πάντες χαρακτηρίζουν ως «ωρολογιακή βόμβα». Παρ’ όλα αυτά, φοβούμενοι τις αντιδράσεις εκείνων των λίγων δημοσίων υπαλλήλων που δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα, δεν τολμούν να τα βρουν, παρά μόνο συμφωνούν «να το συζητήσουν».
Πολλές φορές απαιτείται περισσότερη τόλμη, σοφία και αντοχή για να τα βρεις παρά για να διαφωνήσεις – ιδίως για εκείνους που έχουν το πρόσταγμα να διορθώσουν τα κακώς έχοντα στην οικονομία, για το καλό όλων μας. Η στιγμή από την οποία θα κριθούν, ήδη πλησιάζει επικίνδυνα.
Επίσης, πρέπει να προχωρήσει το ΓεΣΥ και να εκπονηθεί Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΜΔΠ).