Οι πιο πολλοί από τους Κύπριους υποψήφιους στα ανώτατα και ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ελλάδας εξασφάλισαν φέτος θέση εισδοχής, γεγονός που δείχνει το υψηλό επίπεδο της μέσης εκπαίδευσης στην Κύπρο.
Ως εδώ, καλά.
Κάπου εδώ αρχίζουν να φαίνονται τα κενά. Ακόμα κι αν αφήσουμε στο πλευρό τις απεργίες, την φοίτηση για χρόνια και χρόνια και το γεγονός ότι πολλές φορές δεν προβλέπεται καμία εργασία κατά την διάρκεια του έτους, παρά μόνο η εξέταση, υπάρχουν πολλά προβλήματα. Ακόμα, έστω κι αν αφήσουμε στο πλάι το γεγονός ότι συχνά χρησιμοποιείται ένα και μόνο σύγγραμμα σε κάθε μάθημα, ή ότι οι καθηγητές κάποτε «περνούν» τους φοιτητές χωρίς να το αξίζουν, και πάλι υπάρχουν προβλήματα.
Ακόμα, όμως κι αν αγνοήσουμε (και) αυτό το ζήτημα, υπάρχει η ανισορροπία που σημειώνει ο Στέφανος Κασιμάτης στο σχετικό του άρθρο στην Καθημερινή: Με βαθμό 0,9 μπορεί κάποιος να εξασφαλίσει θέση για σπουδές στο Τμήμα Βιομηχανικού Σχεδιασμού του ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας. Δηλαδή, εξηγεί ο κ. Κασιμάτης, αν γράψει μόνο το όνομά του ο υποψήφιος, περνάει, ακόμα κι αν το γράψει λάθος. (Εάν κάποιος Βαγγέλης, λέει, γράψει μόνο το όνομά του, ως Βαγγαίλης, παίρνει θέση σπουδών) Τονίζει, μάλιστα, πως ο ίδιος ο πρωθυπουργός καταγγέλλει με άρθρο του στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης πως πολλά από τα ΤΕΙ της επαρχίας «χρησιμεύουν κυρίως ως απόδειξη του συστήματος πελατειακών σχέσεων».
Πέρα από αυτά τα ζητήματα, που από μόνα τους δείχνουν πως είναι άμεση η ανάγκη ριζικής αναδιάρθρωσης του όλου συστήματος, υπάρχει και μια άλλη ένδειξη για την πορεία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πέρα από τον τρόπο εισδοχής, υπάρχει και το ερωτηματικό που εγείρεται και από τον χρόνο εισδοχής.
Για να επιλέξει κανείς πανεπιστήμια ή άλλα ιδρύματα στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλοί λόγοι. Άλλες φορές αυτοί οι λόγοι έχουν να κάνουν με την οικονομική κατάσταση των φοιτητών, και άλλες φορές έχουν να κάνουν με το θέμα που επιλέγουν να σπουδάσουν. Ιδίως στην μεταπτυχιακή φοίτηση, είναι πολύ λογικό να επιθυμεί κάποιος να σπουδάσει σε Κύπρο ή Ελλάδα εάν το θέμα του σχετίζεται με την Ιστορία, τις Πολιτικές Επιστήμες, την Φιλολογία, ή άλλα παρόμοια θέματα. Ωστόσο, άποψή μου –και από προσωπική εμπειρία- είναι πως ο χρόνος στον οποίο αποφασίζεται η εισδοχή ή όχι ενός υποψήφιου φοιτητή, ουσιαστικά εξασφαλίζει πως όσοι έχουν άλλες επιλογές εκτός του Ελληνικού και Κυπριακού χώρου, θα φοιτήσουν στο εξωτερικό. Και πάλι, σημειώνω πως πολύ συχνά οι λόγοι που θέλει κάποιος να φοιτήσει «εντός» μπορεί να είναι καλοί. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει με όλους και σίγουρα δεν συμβαίνει σε όλα τα τμήματα σπουδών. Αυτούς, ακριβώς, τους φοιτητές, τους χάνουν τα πανεπιστήμια της Ελλάδας.
Όταν για παράδειγμα τα πανεπιστήμια του εξωτερικού ενημερώνουν τους φοιτητές αν έγιναν δεκτοί στα τέλη της Άνοιξης, τα ελλαδικά πανεπιστήμια τους αναγκάζουν να περιμένουν μέχρι και το τέλος του καλοκαιριού.
Έτσι, τονώνεται η «φυγή» φοιτητών με αποτέλεσμα, ιδίως στην μεταπτυχιακή φοίτηση, να υπάρχει ένα και μόνο δεδομένο: ‘Οτι, δηλαδή όσοι φοιτούν «εντός», είτε δεν επιθυμούσαν να φοιτήσουν στο εξωτερικό, είτε δεν μπορούσαν. Για να μην παρεξηγιόμαστε, υπάρχουν εξαίρετα τμήματα σπουδών, αλλά και εξαίρετοι φοιτητές. Ωστόσο, αν ανάμεσά τους μπορούσαν να συμπεριλαμβάνονται και όσοι έχουν την επιλογή του εξωτερικού, τότε σίγουρα θα βελτιωνόταν το επίπεδο. Σήμερα, δεν υπάρχει ουσιαστικός ανταγωνισμός μεταξύ των δικών μας ιδρυμάτων και εκείνων του εξωτερικού. Και αυτός ο αυτό-προστατευτισμός αποτελεί τροχοπέδη στην ειλικρινή, έντονη και κατά τα άλλα αρκετά επιτυχημένη προσπάθεια κάποιων ιδρυμάτων να ανταγωνιστούν με πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Σκεφτείτε πως, εάν ένας φοιτητής σκέφτεται να σπουδάσει, είτε στο x πανεπιστήμιο του εξωτερικού, είτε στην Ελλάδα, θα πρέπει στα μέσα του καλοκαιριού να απορρίψει την θέση που έλαβε στο εξωτερικό με την ελπίδα και μόνο πως θα γίνει δεκτός στην Ελλάδα. Αν θέλει να σπουδάσει Βιομηχανικό Σχεδιασμό στην Δυτική Ελλάδα, καλώς. Αλλιώς, όμως, δεν μπορεί να είναι καθόλου σίγουρος για ην εξασφάλιση θέσης σπουδών.
Εάν υπάρχει μια λογική στο χρονικό διάστημα επιλογής των φοιτητών όσον αφορά το πρώτο πτυχίο (λόγω των εξετάσεων), αυτή η λογική είναι εντελώς παράλογη και αυτοκαταστροφική όσον αφορά στις μεταπτυχιακές σπουδές. Στόχος του κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος πρέπει να είναι πάντοτε να ελκύσει τους καλύτερους φοιτητές και καθηγητές. Εάν αυτό συμβαίνει σε ένα μεγάλο βαθμό για κάποια (και μόνο κάποια) πανεπιστημιακά ιδρύματα σε Κύπρο και Ελλάδα, τότε συμβαίνει για άλλους λόγους, και όχι διότι το ίδιο το σύστημά εισδοχής τους συμβάλλει στην προσπάθεια.