Ο λαϊκισμός είναι η χειρότερη συνταγή εν μέσω κρίσης, ιδίως όταν λειτουργεί ως άλλοθι για να μην γίνουν ουσιαστικές –αλλά πολιτικά επώδυνες- κινήσεις. Η κυβέρνηση, μέσα στην μεγάλη ατυχία που είχε να αναλάβει την ηγεσία της χώρας εν μέσω κρίσης, δείχνει αμήχανη και ανίκανη να κινηθεί, ακόμα και σήμερα. Ευτυχώς, η εκλογή Έρογλου στα κατεχόμενα έστειλε ένα σαφές μήνυμα στο προεδρικό, ότι δεν μπορεί να σωθεί από την κρίση της Ιστορίας μόνο με κινήσεις στο Κυπριακό. Έτσι, από την αρχή του χρόνου, όταν το μέλλον του κ. Ταλάτ φάνηκε πως δεν μπορούσε να αλλάξει, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέλαβε ο ίδιος δράση στα θέματα οικονομίας.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν δείχνει να έχει κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι οικονομίες, και σήμερα αναλώνει ένα μεγάλο μέρος της ενέργειάς της στην απόδοση ευθυνών, είτε στους λεγόμενους «έχοντες», είτε τους επιχειρηματίες, είτε το τραπεζικό σύστημα (προφανώς η κυβέρνηση και το ΑΚΕΛ δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το πώς λειτουργούν τα ΣΠΙ).
Όσον αφορά στους «έχοντες», οφείλει να σημειώσει η κυβέρνηση ότι σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται ολόκληρο το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διά των μισθών και αφορολόγητων επιπρόσθετων επιδομάτων που λαμβάνουν. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται, επίσης και οι διευθυντές των Υπουργείων, που λαμβάνουν υψηλούς μισθούς, μεγάλες συντάξεις και πολλά ωφελήματα. Ακόμα, υπάρχει μία σημαντική διπλή διαφορά μεταξύ αυτών των εχόντων και των πλούσιων επιχειρηματιών: οι δεύτεροι δεν πληρώνονται από τους φόρους κανενός, ενώ επίσης αυτοί απασχολούν πολλούς εργαζόμενους από τις δικές τους –και όχι τις δικές μας- τσέπες.
Ακόμα, η προχειρότητα των επιχειρημάτων που ακούστηκαν –πιο πρόσφατα από τον Υπουργό Εσωτερικών- για «φόρο πλουσίων» είναι πραγματικά εντυπωσιακή και επιδεικνύει πως η κυβέρνηση λειτουργεί πρώτα ως συνδικαλιστικό κίνημα και μετά ως κυβέρνηση. Με μέτρα που θα συμπιέσουν την ανάπτυξη και θα μειώσουν περεταίρω την απασχόληση, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί η πολιτική που ακολουθείται ως «φιλολαϊκή». Κι αυτό διότι, όταν ένας εργαζόμενος κινδυνεύει να γίνει θύμα των μειωμένων κερδών και των απολύσεων, τότε «φιλολαϊκή πολιτική» δεν είναι τα επιδόματα, αλλά η στήριξη της απασχόλησης.
Η κυβέρνηση δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται ακόμα και τα πιο βασικά οικονομικά που γνωρίζει ο κάθε πρωτοετής. Με την αβεβαιότητα που σπέρνει μέσα στην οικονομία, καθιστά αναπόφευκτη την στάση αναμονής των επιχειρήσεων, την μείωση των αποθεμάτων και επενδύσεων και την τήρηση «σφικτής» στάσης ως προς τα ανοίγματα που θα γίνουν. Αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα στην οικονομία σήμερα, αφού πολλοί επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν, όχι μόνο την αβεβαιότητα της κρίσης, αλλά και το άγνωστο των πολιτικών συμπίεσης των κερδών που εξαγγέλλει η κυβέρνηση. Ανάμεσά τους, δεν είναι μόνο οι επιχειρηματίες ανάπτυξης γης, οι πλούσιοι βιομήχανοι και οι λογιστικοί οίκοι, αλλά και οι σουβλιτζίδες, οι μηχανικοί και οι υδραυλικοί για τους οποίους το κυβερνών κόμμα διατείνεται πως κόπτεται.
Φυσικά, διαφαίνεται πως η κυβέρνηση κάνει μια ουσιαστική προσπάθεια μείωσης των παχυλών μισθών ορισμένων δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο, επικαλείται συνεχώς το γεγονός ότι τα προβλήματα δεν τα έφερε η σημερινή κυβέρνηση, αλλά είναι γενικότερα: Λειτουργεί, δηλαδή, σαν σκοπός, που αρνείται να αντιμετωπίσει αυτόν που προσεγγίζει την σκοπιά του, λέγοντας «δεν τον έφερα εγώ εδώ».
Οι πρώτες ελπίδες πέφτουν στην –ειλικρινή- προσπάθεια του Προεδρικού να περιορίσει τα προνόμια στο δημόσιο, με επίκεντρο τους υψηλά αμειβόμενους. Το συγκοινωνών δοχείο της ΠΕΟ φαίνεται να έχει αντίληψη του προβλήματος και να δέχεται πως υπάρχει ανάγκη για περιορισμό των πιο παχυλών από τα προνόμια του δημοσίου, κι αυτό είναι εξαιρετικά θετικό στοιχείο.
Ωστόσο, τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να γίνουν άλλοθι για άλλα μέτρα στην «άλλη όχθη» της οικονομίας. Η φοροδιαφυγή και η δίκαιη κατανομή των βαρών της κρίσης είναι ένα πράγμα. Η εξασφάλιση ότι οι επιχειρηματίες θα προχωρήσουν σε απολύσεις, ως «αντάλλαγμα» για τον περιορισμό των προνομίων των πιο υψηλόμισθων από τους του δημοσίου, είναι άλλο. Η οικονομία δεν είναι βωμός για εξιλέωση συνδικαλιστικών αισθημάτων, αλλά υπόθεση όλων των πολιτών.
Το ερώτημα τι θα κάνει η κυβέρνηση για τους «έχοντες», είναι εξαιρετικά σημαντικό για το μέλλον όλων μας. Εάν δεν ληφθούν προσεκτικά μέτρα, αλλά αναλωθούμε και πάλι στον λαϊκισμό, τότε θα υποφέρουμε όλοι. Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να δοθούν κίνητρα (ουσιαστικά, όχι τα ημίμετρα που έχουμε σήμερα) για την απασχόληση, για επενδύσεις και για ανοίγματα. Θα μπορούσε να μειωθεί η γραφειοκρατία ή να ενισχυθούν οι επιχειρηματίες που λαμβάνουν μέτρα για τόνωση της παραγωγικότητας. Εάν, αντί τούτου, η κυβέρνηση αναλωθεί στο δηλητήριο του λαϊκισμού, με «φόρους για τους πλούσιους», τότε αλίμονο μας. Και δεν εννοώ τους πλούσιους, αλλά όλους μας…
Πολλά σωστό το άρθρο αλλά έπρεπε να βάλεις ότι εν του Περιστιάνη και εδημοσιεύτηκε σήμερα στη Καθημερινή.
Μιχάλης Περσιάνης εν το σωστό όνομα