Αν δεν ληφθούν τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης, δήλωσε την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι καταστροφικό. Ακόμα, τόνισε πως τα μέτρα δεν είναι αντιλαϊκά ή υπερβολικά. Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι πως τα μέτρα είναι αντιλαϊκά, αλλά μάλλον το αντίθετο: είναι χλιαρά και άτολμα. Ο ίδιος ο υπουργός δήλωσε στους δημοσιογράφους πως τα μέτρα, ως έχουν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, δεν αρκούν για την εξυγίανση, κάτι που σημειώνεται και μέσα στο ίδιο το Πρόγραμμα.
Αυτό, όμως, δεν είναι το μεγαλύτερο από τα προβλήματα του Προγράμματος Σταθερότητας. Όποτε μια κυβέρνηση επιχείρησε να προχωρήσει σε μέτρα εξυγίανσης, χωρίς όμως να διορθώσει πρώτα τα βαθύτερα προβλήματα, στο τέλος απέτυχε: Οι επιφανειακές λύσεις δεν μπορούν ποτέ να είναι μόνιμες.
Έχοντας αναλάβει τον θρόνο κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας, ο οποίος αποκάλυψε τα βαθύτατα προβλήματα της Ρωσίας, ο τσάρος Αλέξανδρος Β΄ σύντομα ξεκίνησε μια σειρά από μέτρα για δημοσιονομική εξυγίανση και τόνωση της οικονομίας. Οι λογαριασμοί του κράτους διορθώθηκαν και οι τοπικές αρχές ενισχύθηκαν με ουσιαστικές εξουσίες. Προώθησε, ακόμα, την επιχειρηματικότητα, τον σιδηρόδρομο και τη βιομηχανία, με πολύ θετικά αποτελέσματα.
Τελικά, έκανε και το μεγαλύτερο βήμα και με 17 διατάγματα απελευθέρωσε τους δουλοπάροικους, των οποίων η υπόταξη στα φεουδαρχικά αφεντικά αποτελούσε τη βάση του ισχύοντος συστήματος. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή οδήγησε σε αντιδράσεις, όχι μόνο από την αριστοκρατία, αλλά και από τους ίδιους τους δουλοπάροικους. Ο λόγος ήταν απλός: Εκτός από το γεγονός ότι με τις μεταρρυθμίσεις αντικαταστάθηκαν απλώς οι φεουδάρχες από τις κομμούνες (mir), η οικονομία βασιζόταν ακόμα στην ανταλλαγή και η χρήση του χρήματος δεν ήταν ακόμα διαδεδομένη. Έτσι, οι απελευθερωμένοι αγρότες δεν μπορούσαν να διαθέσουν το προϊόν τους στην αγορά. Έγινα ακόμα πιο φτωχοί και πιο απελπισμένοι. Τα ευνοϊκά, χαμηλότοκα δάνεια που παραχώρησε η κυβέρνηση, δεν μπορούσαν να αλλάξουν την κατάσταση, αφού τα θεμέλια για τη λειτουργία των μέτρων δεν είχαν τεθεί πριν να γίνουν οι αλλαγές.
Κάπως έτσι φαίνεται πως εξελίσσονται και τα μέτρα στην Κύπρο, αν και σίγουρα η κατάσταση δεν είναι τόσο απελπιστική όσο στη Ρωσία του 1860. Αν δεν διορθωθούν τα θεμέλια, δεν θα πετύχουν τα μέτρα εξυγίανσης. Μάλιστα, ο αντίκτυπος στην ανάπτυξη – και τελικά στη δημοσιονομική εξυγίανση – μπορεί να είναι ακόμα και αρνητικός στο μέσο ή μακρύ διάστημα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πολεοδομική αμνηστία που η κυβέρνηση αναφέρει στο Πρόγραμμα Σταθερότητας. Η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη και επείγουσα. Ωστόσο, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πώς θα μπορέσει να γίνει κάτι τέτοιο αποτελεσματικά. Όπως αναφέρει αυτή η στήλη συχνά, στο Κτηματολόγιο εκκρεμούν 130.000 τίτλοι ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις. Ακόμα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών, η διαδικασία δεν σημειώνει επιτάχυνση. Ο υπουργός Οικονομικών είχε ζήτησε από το Κτηματολόγιο χρονοδιάγραμμα, βάσει του οποίου να σημειώνεται πότε θα διεκπεραιωθούν οι εκκρεμούσες αιτήσεις. Το Κτηματολόγιο θα παρέδιδε το χρονοδιάγραμμα στο τέλος Φεβρουαρίου, αλλά ακόμα και το χρονοδιάγραμμα είναι εκτός χρονοδιαγράμματος. Το ίδιο αργό και πνιγμένο είναι και το Τμήμα Πολεοδομίας. Επιπλέον, το μπλέξιμο αρμοδιοτήτων, οι παράτυπες απαιτήσεις (όπως εκκαθαριστικά από το ΤΕΠ) και άλλες διαδικασίες προβάλλουν τεράστια γραφειοκρατικά κωλύματα στην επιτάχυνση των διαδικασιών.
Τίθεται, επομένως, το ερώτημα πώς θα προχωρήσει με αποτελεσματικό τρόπο η πολεοδομική αμνηστία, η οποία είναι απαραίτητη και για την τόνωση των εσόδων του κράτους αλλά και για την ανακούφιση των πολιτών από ταλαιπωρίες που τσακίζουν. Τα νομοσχέδια που επίκεινται θα είναι κενά περιεχομένου αν δεν υπάρχει το απαιτούμενο σύστημα μέσα στο οποίο να εφαρμοστούν.
Παρομοίως, η μείωση του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, σε μια δημόσια υπηρεσία που χαρακτηρίστηκε ως «υδροκέφαλη», πρέπει να αντιμετωπίζεται ως θετικό στοιχείο. Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε πως οι εξοικονομήσεις που θα προκύψουν δεν αποτελούν λύση στις μισθολογικές δαπάνες του κράτους και πως οι δαπάνες μισθολογίου πρέπει να μειωθούν και με άλλους τρόπους. Πιο σημαντικό, όμως, είναι το πόσο θα επηρεαστούν οι υπηρεσίες του κράτους. Εάν η μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων δεν συνοδευτεί με παράλληλη και ουσιαστική πολιτική εναλλαξιμότητας, δεν θα επιτευχθεί τίποτε πέρα από την αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτή η αύξηση θα είναι καθαρά στατιστική (και είναι προβλέψιμη). Ωστόσο, οι υπηρεσίες μάλλον θα γίνουν ακόμα πιο αργές και ακόμα πιο δυσκίνητες, ιδίως αν δεν σημειωθούν και αλλαγές σε οργανωτικά θέματα, όπως τα σχέδια υπηρεσίας. Το ίδιο ισχύει και με τα λειτουργικά έξοδα, η περικοπή των οποίων είναι θεμιτό αλλά προσωρινό μέτρο, αφού δεν μπορούμε για πάντα να απέχουμε από συνέδρια και να μη μετακαλούμε εμπειρογνώμονες.
Ακόμα πιο έντονες είναι και οι ανησυχίες για τα θέματα υγείας. Από τη στιγμή που ο ίδιος ο υπουργός Υγείας δηλώνει πως δεν γνωρίζει πόσο στοιχίζει το κάθε νοσοκομείο, διερωτάται κανείς γιατί η κυβέρνηση υποσχέθηκε τον Απρίλη του 2008 πως η αυτονόμηση μπορεί να υλοποιηθεί «εντός 12 μηνών».
Μπορεί η συζήτηση γύρω από το Πρόγραμμα Σταθερότητας να έχει εστιαστεί στο γεγονός ότι ουσιαστικός διάλογος δεν έχει διεξαχθεί, όπως είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση, και μπορεί να έχει χαρακτηριστεί ως «έκθεση ιδεών» το Πρόγραμμα, αλλά μια πολύ βαθύτερη ανησυχία πρέπει να είναι το πώς θα υλοποιηθούν τα πιο ουσιαστικά από τα μέτρα που περιλαμβάνει. Αν δεν διορθωθούν τα βαθύτερα προβλήματα, μάλλον όλα δείχνουν πως βαδίζουμε κι εμείς στην ίδια πορεία που ακολούθησε ο – μετέπειτα δολοφονηθείς – Αλέξανδρος Β΄, ο οποίος απέφυγε τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις πριν απλώσει ταπετσαρία πάνω από τις ρωγμές του τοίχου. Τελικά, το οικοδόμημα κατέρρευσε.