Η ιστορία της αποικιοκρατίας, από το κοινωνικό δράμα του οπίου στην Κίνα μέχρι τη γενοκτονία και τους μαζικούς ακρωτηριασμούς του Βέλγου βασιλιά Λεοπόλδου στο Κονγκό, αποτελεί τη μεγαλύτερη από τις αμαρτίες των «πολιτισμένων» κρατών. Η μαύρη σελίδα του δυτικού κόσμου προκάλεσε πάνω από έναν αιώνα ανθρώπινου δράματος, το οποίο, μάλιστα, ακόμα συνεχίζεται σε πολλές χώρες. Οι χώρες που έζησαν τον ιμπεριαλισμό, είναι στο σύνολό τους τα πιο προβληματικά κράτη του πλανήτη. Από τη Δυτική Σαχάρα μέχρι τη Σομαλία, κι από τη Σιέρα Λεόνε μέχρι τη Μαλαισία, οι πρώην αποικίες είναι σχεδόν πάντοτε κράτη με σοβαρά ελλείμματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τραγικά κοινωνικά προβλήματα και οικονομική στασιμότητα. Λέγεται ότι οι μεγάλοι δρόμοι που άφησαν πίσω τους οι αποικιοκράτες, οδηγούν όλοι «από τα ορυχεία στο λιμάνι». Ωστόσο, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.
Πολλά κράτη, τα οποία με αίμα ή ιδρώτα απέκτησαν την ελευθερία τους, κατάφεραν να ξεφύγουν από την παγίδα της μετα-αποικιοκρατικής εποχής. Αυτά τα κράτη έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Οι λαοί τους επέλεξαν, αντί να καταστρέψουν ό,τι άφησαν πίσω τους οι αποικιοκράτες και να κτίσουν εκ του μηδενός νέους θεσμούς και νέες κρατικές δομές, να ακολουθήσουν έναν άλλο δρόμο. Αντί να καταστρέψουν τους μηχανισμούς των αποικιοκρατών, απλώς τους ανέλαβαν οι ίδιοι.
Η Κύπρος αυτό έπραξε. Μπορεί οι Άγγλοι να ήταν αποικιοκράτες και να μας ανάγκασαν να πολεμήσουμε για την ελευθερία μας, αλλά επίσης άφησαν πίσω τους πολλούς εξαίρετους θεσμούς. Για πολλά χρόνια, το κράτος-νήπιο της Κύπρου είχε αξιοζήλευτους μηχανισμούς στο Δημόσιο. Το ταχυδρομείο ήταν εντυπωσιακά αποδοτικό. Το κτηματολόγιο ήταν σχεδόν μοναδικό, έχοντας καταγράψει, όχι μόνο το κάθε χωράφι και οικόπεδο, αλλά και το κάθε δέντρο στην Κύπρο. Τα δικαστήρια ήταν για πολλά χρόνια αποτελεσματικά, αποδίδοντας δικαιοσύνη και επιβάλλοντας τον ποινικό και αστικό κώδικα. Ακόμα και τα ταμεία σύνταξης καθώς και η ίδια η δημόσια υπηρεσία ήταν εξαίρετα και αποτελούσαν παράδειγμα προς μίμηση ακόμα και για τα πιο προηγμένα κράτη. Ο βρετανικός θυρεός στο Προεδρικό ακόμα στέκει.
Το γεγονός αυτό μπορεί να ήταν τυχαίο, αλλά ήταν η πραγματικότητα: Το κτηματολόγιο, για παράδειγμα, μπορεί να αναπτύχθηκε για να αποφέρει αυξημένα φορολογικά έσοδα στους αποικιοκράτες, αλλά ήταν αποτελεσματικό. Γενικότερα, το γεγονός ότι η Κύπρος δεν αποτελούσε ούτε αγορά ούτε πηγή πρώτων υλών για τη Βρετανία, συνέβαλε στη δημιουργία τέτοιων θεσμών. Ωστόσο, αυτό είναι μάλλον άσχετο. Το σημαντικό είναι πως οι Άγγλοι άφησαν πίσω τους ένα κράτος, του οποίου πολλοί θεσμοί λειτούργησαν πολύ καλά για τη νεόδμητη Δημοκρατία που δημιουργήθηκε στη Ζυρίχη.
Στην περίπτωση της Κύπρου, η ιστορία των επί μέρους θεσμών καθίσταται τραγική μόνο μετά από πολλά χρόνια. Άσχετα με το διακοινοτικό δράμα της Κύπρου και τις ξένες παρεμβάσεις, οι θεσμοί ως μηχανισμοί λειτουργούσαν πολύ καλά για δεκαετίες. Ακόμα και μετά την τουρκική ανταρσία, οι μηχανισμοί ως τέτοιοι ήταν ακόμα αποτελεσματικοί.
Η τραγωδία των θεσμών εξελίχθηκε σιγά-σιγά, μέσα από τη στασιμότητα και την αδράνεια των πολιτικών ηγετών, οι οποίοι ουδέποτε συγκινήθηκαν μπροστά στη σταδιακή διάβρωση των θεσμών και δεν κινήθηκαν προς τον εκσυγχρονισμό τους. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις (π.χ. τελωνείο) οφείλονται στην πορεία ένταξης στην Ε.Ε.
Σήμερα, το κτηματολόγιο έχει στα χέρια του 130.000 τίτλους που ακόμα εκκρεμούν, και δεν έχει καταφέρει ούτε καν να εκπονήσει χρονοδιάγραμμα για έκδοσή τους. Το ταχυδρομείο λειτουργεί ως δημόσια υπηρεσία, με ωράρια σχεδιασμένα να εξυπηρετούν τους υπαλλήλους και όχι τους πελάτες και δύσκολα μπορεί να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό στην ανοικτή αγορά. Τα δικαστήρια δεν είναι ούτε στοιχειωδώς μηχανογραφημένα, ενώ μια επίσκεψη στα επαρχιακά δικαστήρια θυμίζει μάλλον χάος παζαριού παρά οίκο της δικαιοσύνης. Η άλλοτε αποτελεσματική κρατική μηχανή, σήμερα αποτελεί το πιο σημαντικό πρόβλημα της οικονομίας και το πιο μεγάλο από τα δημοσιονομικά βάρη. Μάλιστα, παροιμιώδης είναι η εντολή που λαμβάνουν οι νεοεισερχόμενοι, να μην είναι πολύ εργατικοί «για να μη χαλούν την πιάτσα».
Οι άλλοτε υπερσύγχρονοι θεσμοί δεν μπορούν πια να ανταποκριθούν στις ανάγκες της κοινωνίας. Ο εκσυγχρονισμός τους έχει ήδη αργήσει και η συνεχιζόμενη αδράνεια μόνο ζημιά προκαλεί στη ζωή των πολιτών. Οργανισμοί όπως το κτηματολόγιο, ο ΚΟΤ και τα «παραγωγικά» (δηλαδή ρουσφετοκρατικά) υπουργεία μάλλον ταλαιπωρούν παρά εξυπηρετούν τους πολίτες.
Ίσως επειδή στο παρελθόν οι μηχανισμοί λειτουργούσαν αποτελεσματικά για πολλά χρόνια, δεν φαίνεται να έχει εμπεδωθεί στην κυπριακή πολιτική η λογική της μεταρρύθμισης και της αναβάθμισης των θεσμών. Τελευταίο θύμα είναι οι νεοσύστατοι θεσμοί του κράτους, οι οποίοι παραμένουν ακόμα χωρίς τις εξουσίες και το προσωπικό που χρειάζονται. Χαρακτηριστικά, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης αγωνίζεται να επιβάλει μια νομοθεσία που νοσεί, η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού παραμένει υποστελεχωμένη και η Επίτροπος Διοικήσεως αγνοείται συστηματικά.
Ωστόσο, στη σημερινή συγκυρία, η μεταρρύθμιση των θεσμών είναι η πιο επείγουσα ανάγκη.
Η οικονομική κρίση αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία, η οποία φαίνεται να πηγαίνει χαμένη, διότι δεν υπάρχει η απαιτούμενη τόλμη από τους κυβερνώντες ώστε να γίνουν πραγματικές τομές. Αντίθετα, ακολουθείται μόνο η πολιτική της πρόσκαιρης ικανοποίησης αιτημάτων και της συνεχούς επέκτασης των «κεκτημένων», χωρίς να κόπτεται κανείς για τις επόμενες γενιές, που τελικά θα πληρώσουν για την εκστρατεία δημοτικότητας των υπουργών.
Το δράμα της Κύπρου μετά το 1960 έχει πολλές διαστάσεις και πολλοί επιρρίπτουν βαρύτατες ευθύνες στους πρώην αποικιοκράτες για τη μοίρα της Κύπρου. Οι μηχανισμοί που άφησαν, όμως, ως μηχανισμοί ήταν υπερσύγχρονοι όταν τους λάβαμε. Η πλήρης λειτουργική φθορά τους και η εγκληματική αδράνεια –ακόμα και μπροστά στην εξαίρετη ευκαιρία της οικονομικής κρίσης– δεν είναι φταίξιμο κανενός άλλου από τους ηγέτες μας – κι εμάς που τα ανεχόμαστε.