Προς μια πιο δίκαιη κοινωνία κινούνται οι συστάσεις του ΔΝΤ, αλλά μέρος της Αριστεράς αντιδρά
Ο Andé Gide, νομπελίστας συγγραφέας και ένθερμος αντι-αποικιοκράτης, έγραψε πως δεν μπορεί κανείς να ανακαλύψει νέα γη χωρίς πρώτα να χάσει οπτική επαφή με την στεριά. Οι αντιδράσεις της Αριστεράς, μετά από την έκδοση της έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) σχετικά με την πορεία της κυπριακής οικονομίας, δείχνουν πως ένα μέρος της κυπριακής αριστεράς, μάλλον δεν ανακάλυψε «νέες στεριές» από το 1989.
Φυσιολογικά, πολλές από τις αντιδράσεις εστιάστηκαν στην τοποθέτηση του ΔΝΤ ότι η ΑΤΑ θα πρέπει «κατά προτίμηση», να καταργηθεί πλήρως. Το ΔΝΤ προχωρεί σε αυτή την τοποθέτηση, διαπράττοντας το «κλασσικό» λάθος των οικονομολόγων, να αγνοεί τις μη οικονομοτεχνικές παραμέτρους των ζητημάτων που αναλύει. Από τα σχόλια στην έκθεση του ΔΝΤ, προκύπτει πως ο διεθνής οργανισμός αναγκάστηκε να καταλάβει ότι η ΑΤΑ λειτουργεί ως εχέγγυο της κοινωνικής ειρήνης ανάμεσα σε εργαζόμενους και εργοδότες, και πως, ακόμα και οι επιχειρηματίες την αντιμετωπίζουν ως κάτι το ιερό. Για αυτό και παραδέχεται πως δεν μπορεί να καταργηθεί η ΑΤΑ, και προχωρεί σε εισηγήσεις για να καταστεί πιο δίκαιη.
Η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στον θεσμό της ΑΤΑ, ωστόσο δεν ανατρέπει το γεγονός ότι χρειάζεται μεταρρύθμιση του θεσμού. Το πιο αξιοσημείωτο από τις αντιδράσεις στην έκθεση του ΔΝΤ, είναι πως ο συγκεκριμένος οργανισμός προχωρεί σε κριτική η οποία εστιάζεται σε σημεία που συνάδουν με τις διακηρύξεις της Αριστεράς για την προστασία των φτωχότερων στρωμάτων της κοινωνίας. Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς δεν τις συμμερίζεται. Σε αντίθεση με τον συνδικαλισμό, οι Υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας έχουν παραδεχτεί την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, και δεν έδειξαν την ίδια σπουδή να κατακρίνουν το ΔΝΤ, παρά κάποιες διαφωνίες που έχουν σχετικά με τις προβλέψεις. Ακόμα, η υπουργός εργασίας, με αναμφισβήτητες συνδικαλιστικές καταβολές και ευαισθησίες, έσπευσε αμέσως να σημειώσει την ανάγκη για αύξηση της παραγωγικότητας.
Όσον αφορά την ΑΤΑ, η θέση του ΔΝΤ είναι πως μία τιμαριθμική αναπροσαρμογή που εδραιώνει τον υφιστάμενο πληθωρισμό, παραχωρώντας προσαυξήσεις για τους πλουσιότερους, επιτυγχάνει, πάνω από όλα, την διάβρωση του εισοδήματος των φτωχότερων στρωμάτων. Ακόμα, από την στιγμή που αφορά «το πλουσιότερο 60% των εργαζομένων», δεν επιτυγχάνει το στόχο την κοινωνικής συνοχής. Η ΠΕΟ, όμως, απάντησε στην έκθεση του ΔΝΤ σημειώνοντας πως οι εισηγήσεις του κινούνται «στη λογική της υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων».
Όσον για το σχόλιο για τις «αποτυχημένες συνταγές», αυτή η στήλη έχει και παλιότερα εκφράσει την άποψη πως κριτές των συνταγών ήταν οι άνεργοι της Βολιβίας το 1990, οι καταρρακωμένοι του Μεξικού το 1994, οι εξαθλιωμένοι της Νοτίου Κορέας, της Ταϊλάνδης και της Ινδονησίας το 1997, οι απελπισμένοι της Αργεντινής το 2003 (και άλλοι ακόμα) και όχι οι εύποροι της Κύπρου το 2009.
Πριν κινηθεί κανείς προς κριτική στάση κατά της έκθεσης, πρέπει να απαντήσει εάν διαφωνεί με τις επισημάνσεις της. Διαφωνεί, για παράδειγμα, πως η ΑΤΑ, ως έχει, αφορά το πλουσιότερο 60% των εργαζομένων; Διαφωνεί πως αυτό είναι άδικο και πως δεν συμβάλλει στην κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή; Διαφωνεί πως η ανισότητα αυξάνεται στην Κύπρο;
Επιπλέον, η κριτική του ΔΝΤ σχετικά με το συνταξιοδοτικό, εστιάζεται στο γεγονός ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι λαμβάνουν πολύ υψηλότερες συντάξεις από τους ιδιώτες. Δηλαδή, ένας κρατικός λειτουργός λαμβάνει κατά πολύ μεγαλύτερη σύνταξη (με βάση τον τελευταίο του μισθό) από ένα εργάτη, που, μέχρι τα εξήντα του, δεν του έχουν μείνει τένοντες από την δουλειά. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο ουδείς σημείωσε ότι όσοι εισπράττουν λιγότερα κατά την διάρκεια της εργάσιμής τους ζωής, θα έπρεπε να λαμβάνουν περισσότερα (τηρουμένων των αναλογιών) από εκείνους που είχαν κάθε ευκαιρία να αποταμιεύσουν, να επενδύσουν και να ετοιμαστούν οικονομικά για την αφυπηρέτηση τους.
Ακόμα, όσον αφορά την κρατική μηχανή, την οποία το ΔΝΤ κατηγορεί πως είναι υπερδιογκωμένη, πρέπει κανείς να τοποθετηθεί: Πιστεύει πως η κρατική μηχανή είναι αποτελεσματική; Η παραγωγικότητα της, είναι ικανοποιητική; Δεν είναι σπάταλη; Περίεργη είναι και η τοποθέτηση για την «συρρίκνωση του αναπτυξιακού ρόλου» του κράτους, που το ΔΝΤ επιθυμεί, κατά την Αριστερά. Το ΔΝΤ παραπονιέται πως οι αναπτυξιακές δαπάνες, που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη και την παραγωγικότητα, καθυστερούν. Αντίθετα, η κυβέρνηση αναβάλλει έργα. Ακόμα και για τις κοινωνικές παροχές, η κριτική του ΔΝΤ είναι πως είναι αστόχευτες και επομένως σπάταλες, αντί να στρέφονται σε όσους «έχουν πραγματικά ανάγκη» για κοινωνικές παροχές. Πιστεύει κανείς πως παροχές στους πλουσίους συμβάλλουν στην κοινωνική συνοχή ή δίκαιη κοινωνία; Είναι «νεοφιλελεύθερη» η στάση πως η ανισότητα πρέπει να μειωθεί για να καταστεί η κοινωνία πιο δίκαιη;
Διαβάζοντας την έκθεση του ΔΝΤ, και τις αντιδράσεις, διερωτάται κανείς ποιος, τελικά, είναι ο «αριστερός», αφού το κεντρικό μέλημα του «νεοφιλελεύθερου» οργανισμού για την κυπριακή οικονομία, είναι η κοινωνική συνοχή, η κοινωνική δικαιοσύνη και ο περιορισμός των δαπανών σε εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη. Αντίθετα, η Αριστερά ανησυχεί μόνο για την ΑΤΑ και τους δείκτες. Το ΔΝΤ έχει κάνει σοβαρά λάθη στην ιστορία του. Ωστόσο, επιδεικνύει, τελικά, πιο έντονες «αριστερές» ανησυχίες από την Αριστερά, η οποία δεν έχασε ποτέ την οπτική της επαφή με τις στεριές μιας προηγούμενης εποχής.