Οι προτάσεις για τη φοροδιαφυγή θέτουν σε λειτουργία τον κανόνα των «απρόβλεπτων συνεπειών»
Στους Βάτραχους του Αριστοφάνη, στο μέσο περίπου του έργου, ο χορός λέει ότι, ό,τι έπαθε η πόλη μας με τα νομίσματα, το παθαίνει και με τους πολιτικούς. Προτιμούμε, λέει, τα κίβδηλα νομίσματα, τα μπρούντζινα, κομμένα πρόχειρα και πεταχτά, αντί για τα παλιά, γνήσια, γνωστά και τιμημένα, που έχουν πέραση σε Έλληνες και ξένους.
Περίπου 2,000 χρόνια μετά τον Αριστοφάνη, το 1558, ο Thomas Gresham απέστειλε επιστολή στη Βασίλισσα Ελισάβετ με την ευκαιρία της ενθρόνισης της. Ο Gresham προειδοποίησε ότι τα κακά νομίσματα «διώχνουν» τα καλά. Εάν κυκλοφορούν νομίσματα με διαφορετική πραγματική αξία (το ένα για παράδειγμα, περιέχει περισσότερο ασήμι από το άλλο) αλλά με την ίδια ονομαστική αξία (ας πούμε μία λίρα), τότε οι πολίτες θα κρατήσουν «κάτω από το μαξιλάρι» την «καλή» λίρα και θα χρησιμοποιήσουν για τις συναλλαγές τους την «κακή». Στο τέλος, αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει σε εξαφάνιση τις «καλές» λίρες, τιμημένες από Έλληνες και ξένους, όπως λέει ο Αριστοφάνης, και στην οικονομία θα κυκλοφορούν μόνο κακής ποιότητας νομίσματα με αποτέλεσμα την υποτίμηση του νομίσματος. Ο Gresham προειδοποίησε την Βασίλισσά του, ότι μετά τις υποτιμήσεις των νομισμάτων επί βασιλείας του Ερρίκου του 8ου και του Εδουάρδου του 6ου, «όλο σας το άξιο χρυσό έχει εγκαταλείψει τη χώρα».
Ο νόμος του Gresham, δυστυχώς, ισχύει και στην πολιτική. Το αξίωμα ότι καλό και κακό χρήμα δεν μπορούν να συνυπάρξουν, διότι το κακό θα «εκδιώξει» το καλό, φαίνεται να ισχύει και στις πολιτικές των κρατών. Την περασμένη εβδομάδα, το Υπουργείο Οικονομικών, σε μία προσπάθεια να αυξήσει τα έσοδά του, ανακοίνωσε μία σειρά είκοσι μέτρων που σκοπό έχουν να «πατάξουν την φοροδιαφυγή». Ανάμεσα στα μέτρα, υπάρχουν κάποια που θα μπορούσαν να κριθούν ως θεμιτά. Για παράδειγμα, το Υπουργείο επιθυμεί να προωθήσει κίνητρα για να υποβάλλονται οι φορολογικές δηλώσεις ηλεκτρονικά. Επιθυμεί, επίσης, να προωθήσει κίνητρα στους καταναλωτές για να ζητούν αποδείξεις.
Ωστόσο, οι κακές πολιτικές έχουν την ικανότητα υπερισχύουν των καλών. Ανάμεσα στις προτάσεις, υπάρχουν και αρκετές οι οποίες θυμίζουν μπρούντζινη «χρυσή» λίρα. Η πρόταση να αναλάβει το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων (ΤΕΠ) τις ποινικές διώξεις, για παράδειγμα, ισοδυναμεί με πρόταση να ανακρίνεται ο καθένας από τον αντίδικό του. Ακόμα, η πρόταση να αποδίδεται προσωπική ευθύνη στους διευθυντές επιχειρήσεων για την καταβολή φόρων της εταιρίας τους, θέτει υπαλλήλους υπευθύνους για τα όσα χρωστούν οι εργοδότες τους, ενώ απειλεί και το θεσμό της Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης (ΛΤΔ).
Ακόμα πιο ανησυχητική είναι η πρόταση να έχει το κράτος προτεραιότητα «σε όλα» σε περίπτωση πτώχευσης, μία πρόταση που, εάν υλοποιηθεί, θα καταργήσει την λογική της υποθήκευσης και των εξασφαλίσεων για δάνεια, και θα έχει ως κύριο απότοκο την δημιουργία ενός ισχυρού αντικινήτρου κατά της παραχώρησης δανείων από τις τράπεζες. Εξίσου «κίβδηλο» είναι και το «νόμισμα» που αφορά την απαγόρευση αποξένωσης του τελευταίου ακινήτου χωρίς την εκ των προτέρων καταβολή όλων των φόρων. Παρά το γεγονός ότι εκ πρώτης όψεως η πρόταση είναι λογική, αξίζει να σημειωθεί η υφιστάμενη κατάσταση: το Κτηματολόγιο αρνείται να μεταβιβάσει περιουσία χωρίς εκκαθαριστικό πληρωμής από το ΤΕΠ. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία βάση στον νόμο που να επιτρέπει στο κτηματολόγιο να θέσει μία τέτοια απαίτηση, η πολιτική συνεχίζεται, με αποτέλεσμα πολλοί πολίτες να αναγκάζονται να δεχτούν τις πιέσεις και απαιτήσεις του ΤΕΠ για να μην μείνουν εκτεθειμένοι στους αγοραστές τους. Εξ αιτίας των πολλών ασαφειών στη σχετική νομοθεσία, πολλές φορές υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ ΤΕΠ και πολιτών, οι οποίοι, όμως, βρίσκονται υπό έντονη πίεση να δεχτούν τις εκτιμήσεις του ΤΕΠ για την φορολογία που οφείλουν, αλλιώς δεν θα μπορέσουν να μεταβιβάσουν στον αγοραστή τους περιουσία για την οποία έχουν πληρωθεί. Αντί για την «γνήσια» πολιτική αποσαφήνισης της νομοθεσίας, το κράτος σήμερα προτίμησε να ακολουθήσει την «κίβδηλη» της νομιμοποίησης μίας πρακτικής που ακολουθείται παράτυπα.
Οι είκοσι προτάσεις του υπουργείου Οικονομικών στοχεύουν, επίσης, τους αυτοεργοδοτούμενους, με την λογική ότι αυτή η κατηγορία έχει ιδιαίτερη «ροπή» προς την φοροδιαφυγή, με χαρακτηριστικά παραδείγματα γιατρούς, δικηγόρους, και λογιστές. Ωστόσο, η επιβολή υποχρεώσεων και επιπλέον διοικητικού φόρτου, αφορά επίσης και άλλες κατηγορίες πολιτών, με πιο χαμηλά εισοδήματα: τον μπογιατζή, τον σουβλιτζή, τον μηχανικό, τον πλανόδιο περιπτερά, εκείνους που, τελικά, θα λάβουν επίδομα και κοινωνική παροχή διότι το εισόδημά τους είναι χαμηλό.
Οι καλές προθέσεις του Υπουργείου Οικονομικών, αλλά και τα μέτρα που εισηγείται για βελτίωση των εισοδημάτων του από την φορολογία, συγκρούονται με κάποιες από τις εισηγήσεις του, οι οποίες θα τις «εκδιώξουν», ως κακό νόμισμα. Η διαπίστωση ότι τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής δεν αφορούν, τελικά, καθόλου την φοροδιαφυγή, αλλά την νόμιμη φοροαποφυγή, φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους πολλούς οργανωμένους φορείς και επιχειρηματίες. Η τελευταία, αποτελεί σημαντικό όπλο για το κράτος σε μία προσπάθεια να επιβραβεύσει συγκεκριμένες συμπεριφορές από πολίτες και επιχειρήσεις. Η μείωσή της, όμως, ισοδυναμεί με την επιβολή νέων φόρων, αφού ceteris paribus, η κάθε επιχείρηση θα πληρώσει περισσότερους φόρους εάν υιοθετηθούν τα μέτρα.
Όπως είχε προειδοποιήσει ο Gresham για τα νομίσματα, το ίδιο και στην πολιτική, δεν μπορούν να συνυπάρξουν καλές πολιτικές με κακές, αφού οι δεύτερες καταπνίγουν τις πρώτες και, τελικά, οι δικές τους επιπτώσεις κυριαρχούν.