Ανοχή στον ιδιώτη, επίθεση στον αξιωματούχο, θέατρο του παραλόγου στην Βουλή
Σαν θεατρικό του Ιονέσκο εξελίχθηκε η χθεσινή τρίωρη συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής όπου παρουσιάστηκαν ο διοικητικός αντιπρόεδρος της Μαρφίν, Ανδρέας Βγενόπουλος, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας (ΚΤ), Αθανάσιος Ορφανίδης, ο Υπουργός Οικονομικών, Χαρίλαος Σταυράκης και πλήθος αξιωματούχων της Μαρφίν. Αυτά που συνέβηκαν προκάλεσαν αμηχανία σε πολλούς από τους παρευρισκόμενους, αν και πολλοί συνάδελφοι δεν είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν την απογοήτευσή τους.
Αντί για ρεπορτάζ, αξίζει να σημειωθούν κάποια από τα τεκταινόμενα που θα πρέπει να προκαλούν ανησυχία στους πολίτες.
Πρώτον, ένας ιδιώτης αποκάλεσε «δικτάτορα» ένα υψηλόβαθμο ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους, κάνοντας, μάλιστα, αναφορές στην επταετία της χούντας στην Ελλάδα. Μοναδική αντίδραση, από τον Ανδρέα Αγγελίδη, ο οποίος αποχώρησε όταν ο κ. Βγενόπουλος αρνήθηκε να ανακαλέσει τον χαρακτηρισμό. Αξιοπρεπώς, ο κ. Αγγελίδης είπε ότι «οι καλεσμένοι της Βουλής οφείλουν να ακολουθούν τους κανόνες της και να αποφεύγουν βαρείς προσωπικούς χαρακτηρισμούς». Το ίδιο αξιοπρεπώς, ο Διοικητής της Κεντρικής απέφυγε να απαντήσει παρά το γεγονός ότι υπάρχει αρκούντως αναπτυγμένη ακαδημαϊκή θεωρία ως προς το γιατί πρέπει οι Διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών (αλλά και άλλοι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι και δικαστές) να είναι απομονωμένοι από το λαϊκό αίσθημα και την πολιτική. Αντίθετα, ο πρόεδρος της Επιτροπής, όταν ο ιδιώτης καλεσμένος αρνήθηκε να ανακαλέσει την χαρακτηρισμό ότι ο Διοικητής λειτουργεί ως Πατακός, απάντησε λέγοντας «και τώρα προχωρούμε στις ερωτήσεις». Οι υπόλοιποι αντέδρασαν φραστικά και χλιαρά.
Ο Επιτροπή Θεσμών απέφυγε να προστατέψει –αν μη τι άλλο- την αξιοπρέπεια ενός από τους κορυφαίους θεσμούς του κράτους. Δεν θα αναφερθούμε, δε, στο ύφος και τόνο της φωνής που τήρησαν για τρεις ώρες κάποιοι από τους Βουλευτές προς τον ιδιώτη και τον αξιωματούχο. Ο γράφων δεν έχει αισθανθεί τόση αμηχανία από τότε που, σαν φοιτητής, διάβαζε τον Ρινόκερο του Ιονέσκο.
Όταν, δε, το επιχείρημα του κ. Βγενόπουλου για έλλειψη διαλόγου ήταν πως, παρά τις συζητήσεις μεταξύ του ιδίου και του Διοικητή, ο δεύτερος δεν αλλάζει τη στάση του, δεν απάντησαν οι βουλευτές ότι ο διαιτητής δεν εμπλέκεται σε διαπραγμάτευση με τους ποδοσφαιριστές για το κατά πόσον θα δώσει φάουλ ή όχι.
Δεύτερον, η εξέλιξη των δύο συνεδριών του σώματος δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη. Κλήθηκε ο ιδιώτης να δώσει εξηγήσεις για τις κατηγορίες που εξαπέλυσε κατά του κράτους. Ερωτήθηκε εάν κατέχει στοιχεία σε μία ερώτηση που του απεύθυνε ο πρόεδρος της Επιτροπής, Ρίκκος Ερωτοκρίτου. Ο κ. Βγενόπουλος απάντησε άλλη ερώτηση, κάτι που φυσικά είχε το δικαίωμα να πράξει. Δεν έδωσε, όμως στοιχεία, κάτι που οι βουλευτές όφειλαν να ζητήσουν Αντί τούτου, έστρεψαν τις ερωτήσεις τους προς τον κατηγορούμενο, με τόνο φωνής και ύφος που έδειχνε ότι υιοθετούσαν τις κατηγορίες για τις οποίες δεν δόθηκαν στοιχεία.
Ο κ. Ορφανίδης έκανε ένα σοβαρό επικοινωνιακό λάθος, προσπαθώντας να εξηγήσει ότι η ΚΤ ακολούθησε τον νόμο. Θα έπρεπε ο Διοικητής να αρνηθεί να δώσει εξηγήσεις, αλλά να δώσει μόνο μία απλή απάντηση στα ερωτήματα πώς γίνεται ένας υπάλληλος της Κεντρικής αυθημερόν να γίνεται υπάλληλος εμπορικής τράπεζας: αυτή την ερώτηση, μόνο οι ίδιοι οι βουλευτές, και μάλιστα τα μέλη της Επιτροπής Θεσμών, μπορούν να την απαντήσουν. Εάν η νομοθεσία είναι ανεπαρκής, κανένας δεν ευθύνεται περισσότερο από τους ίδιους και την εκάστοτε κυβέρνηση. Τον Διοικητή, αντίθετα, δεν τον αφορά. Η απαίτηση εξηγήσεων, ισοδυναμεί με ένα προπονητή ποδοσφαίρου που απαιτεί εξηγήσεις από ένα διοικητικό στέλεχος της ομάδας γιατί δεν του «βγαίνει» το 4-4-2. Μόνο τρεις βουλευτές, οι κύριοι Συλλούρης, Νεοφύτου και Στυλιανίδης (από τους 11), υπέδειξαν την ευθύνη της Βουλής. Ωστόσο, οι υπόλοιποι συνέχισαν να αναζητούν εξηγήσεις από τον Διοικητή.
Τρίτον, ο Επιτροπή μεταχειρίστηκε τον ιδιώτη καλεσμένο της ωσάν να έχει θεσμικό ρόλο στο κράτος. Άπαντες γνωρίζουν τις προσωπικές διαφωνίες μεταξύ του κ. Βγενόπουλου και του κ. Ορφανίδη. Άπαντες, ακόμα, γνωρίζουν εάν υπάρχει εμπλοκή και στο θέμα του Διοικητικού Συμβουλίου της ΚΤ λόγω εποπτικών αποφάσεων του Διοικητή. Και άλλα…
Η στήλη αυτή τήρησε την στάση ότι θα στοιχίσει πολύ περισσότερα στον τόπο μία προσπάθεια να παραμείνουν τα γραφεία της Μαρφίν, από μία αξιοπρεπή αποδοχή της απόφασης. Μάλιστα, όταν οι διεθνείς αγορές υποδέχθηκαν τα Κυπριακά ομόλογα με εντυπωσιακό spread λιγότερο από μία εβδομάδα μετά την ανακοίνωση της απόφασης, επιβεβαίωσαν την εκτίμηση. Η διεθνής αγορά φαίνεται να έχει πιστέψει πως ο όμιλος αναζητά εποπτικό αρμπιτράζ, όχι μόνο σε σχέση με την ΚΤ, αλλά και γενικότερα.
Αντίθετα, η Επιτροπή Θεσμών χθες επέδειξε μεγάλη αμηχανία σε μία προσπάθεια να πείσουν τον κ. Βγενόπουλο να μην «φύγει». Ο διάλογος για βελτίωση του εποπτικού πλαισίου, που αποφασίστηκε με στόχο να μην αποχωρήσουν τα γραφεία της Μαρφίν, είναι αναγκαίος. Τα πλείστα από τα παράπονα του κ. Βγενόπουλου φαίνεται πως είναι απόλυτα δικαιολογημένα. Ωστόσο, «διάλογος» με σαφή στόχο να μην φύγει μία εταιρία δεν έχει καταγραφεί ούτε και στις πιο «νεοφιλελεύθερες» πολιτείες. Πάντως, η Αριστερά υιοθέτησε την απόλυτα νεοφιλελεύθερη στάση.
Υπάρχει, τουλάχιστον, μία κάποια ελπίδα πως δεν θα μετατραπεί ο διάλογος σε διαπραγμάτευση για παραμονή της Μαρφίν, αφού θα εμπλακούν και οι άλλες τράπεζες. Το μήνυμα σε όσους μας θεωρούν, δυνητικά, κέντρο χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, ήταν, χθες, ότι όποιος κατέχει οικονομική δύναμη, αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερο τρόπο.
Το χθεσινό θέατρο του παραλόγου ήταν ότι δεν διαφάνηκε σε κανένα σημείο η Επιτροπή να κατανοεί ότι ένας ιδιώτης –και μάλιστα ένας που κατηγορεί με τόσο βαρείς κατηγορίες ένα ανώτατο θεσμό του κράτους- δεν μπορεί αντιμετωπίζεται ωσάν να κατέχει οργανική θέση στην κρατική μηχανή. Το μήνυμα που δίνεται είναι πως η Κυπριακή Δημοκρατία είναι έτοιμη να λειτουργήσει ως τριτοκοσμικό κράτος όπου οι μεγάλοι επενδυτές αντιμετωπίζονται ωσάν να ήταν θεσμοί του κράτους.
Ακόμα και η σιωπή σε κάποια ζητήματα καταδεικνύει πρόβλημα στην Επιτροπή. Ο κ. Βγενόπουλος έκανε σαφή αναφορά σε καρτέλ τραπεζών και στη γεροντοκρατία. Για το πρώτο –που είναι εξαιρετικά σοβαρό- ουδείς δεν έκανε ερώτηση. Για το δεύτερο, του ζήτησε επίμονα ο πρόεδρος της Επιτροπής, Ρίκκος Ερωτοκρίτου, να το «αφήσει». Όταν, δε, ο Διοικητής επιχείρησε να απαντήσει, διακόπηκε από τον πρόεδρο της Επιτροπής με έντονο ύφος, διότι «παρελθοντολογεί». Το ίδιο ύφος είχε υιοθετήσει την προηγούμενη συνεδρία και ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ανδρέας Θεμιστοκλέους, ο οποίος έχει διακόψει τον εκπρόσωπο του Διοικητή, λέγοντάς του ότι δεν ενδιαφέρεται να ακούσει «έκθεση ιδεών».