Η γυναίκα του Καίσαρα χρειάζεται πραιτοριανό…δικαστή

Εθνικό συμφέρον, πέρα από τις αφηρημένες –αλλά ουσιαστικές- έννοιες (η σημαία, η γλώσσα, η ιστορία μας, οι παραδόσεις μας) είναι και το μακροπρόθεσμο καλό των πολιτών. Η αντιμετώπιση των συλλογικών μακροπρόθεσμων συμφερόντων των πολιτών ως μια προσωρινή και δευτερεύουσας σημασίας ανάγκη, είναι χαρακτηριστικό των μετααποικιακών κοινωνιών. Τα έργα  των μεγάλων Αφρικανών στοχαστών όπως ο Frantz Fanon, η Zoe Wicomb και ο Ngugi wa Thiong’o, έχουν εκφράσει αυτές τις αλήθειες με αφοπλιστικό τρόπο. Μισό αιώνα μετά την Ανεξαρτησία, όμως, δεν μπορεί και η δική μας κοινωνία να λειτουργεί με τρόπο που να θυμίζει την παγίδευση κάποιων αφρικανικών κοινωνιών στη δική τους «μεταπολίτευση».

Πρόσφατα άρχισαν να αναδύονται διαφόρων ειδών κατηγορίες κατά του για διαπλοκή, ακόμα και διαφθορά. Οι δηλώσεις Βγενόπουλου αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Αυτή η στήλη τήρησε κριτική στάση κατά του ισχυρού ανδρός της Μαρφίν, κυρίως διότι οι κατηγορίες του δεν αποτελούν κάτι καινούριο και τα επιχειρήματά του δεν πείθουν. Επίσης, το γεγονός ότι βουλευτές της Επιτροπής Θεσμών έδειξαν ικανοποιημένοι από τις απαντήσεις που έλαβαν (και οι οποίες απαντούσαν σε ερωτήματα άλλα από αυτά που του υπέβαλε ο πρόεδρος της επιτροπής) προκάλεσε τουλάχιστον αμηχανία στη στήλη. Ωστόσο, ο κ. Βγενόπουλος δεν είχε άδικο σε πολλές από τις κατηγορίες του. Διαπλοκή υπάρχει. Γεροντοκρατία  υπάρχει (παρόλο που η Επιτροπή θεσμών απέφυγε συνειδητά να αγγίξει το θέμα). «Περιστρεφόμενες πόρτες» επίσης υπάρχουν και αποτελούν πρόβλημα.

Υπάρχουν επίσης και άλλα πολλά σοβαρά θεσμικά προβλήματα. Ξένοι επενδυτές από το Κατάρ γίνονται ευπρόσδεκτοι σε κεντρικό τεμάχιο της πρωτεύουσας τη στιγμή που οι πολεοδομικές απαιτήσεις, περιορισμοί και διαδικασίες κατασπαράσσουν τους ντόπιους ιδιώτες.  Χαλαρώσεις και «βοήθεια» είναι υπό εξέταση πριν καν αρχίσουν τα έργα, τη στιγμή που μεγάλες κυπριακές αναπτύξεις δεν λαμβάνουν καμία βοήθεια. Το κτηματολόγιο Λευκωσίας ετοιμάζεται να μετακομίσει σε περιοχή εντελώς ακατάλληλη, όπου, εκτός πολλών άλλων, δεν υπάρχει επαρκής χώρος στάθμευσης, τη στιγμή που ιδιώτες αδυνατούν να αναπτύξουν περιουσία τους λόγω απαιτήσεων που για χώρους στάθμευσης. Ακούσαμε, ακόμα, ότι θα επιχειρηθούν διακρατικές συμφωνίες για το φυσικό αέριο, χωρίς τη συμμετοχή της αγοράς, «με στόχο να αποφευχθούν οι μίζες», τη στιγμή που μίζες –ως φαινόμενο- χρειάζονται δύο μέρη, τουλάχιστον ένας εκ των οποίων να είναι κρατικός αξιωματούχος. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα και πολλές φορές η διαπλοκή είναι πασιφανής.

 Ωστόσο, το παράδοξο είναι πως πολλές φορές δεν υπάρχει και φωτιά εκεί όπου υπάρχει καπνός. Ακόμα, συχνά οι προθέσεις είναι καλές, παρά την κακή διαχείριση των περιστάσεων και τους άστοχους χειρισμούς. Ωστόσο, η αδιαφάνεια και  η δυσκολία με την οποία πολίτες, δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, ακόμα και πολιτικοί βρίσκουν στοιχεία, ενισχύει τις σκιές που υπάρχουν και εντείνει τις υποψίες ότι κάτι δεν πάει καλά.

Μόνη λύση είναι να βρεθεί ένα σύστημα δια του οποίου να ενισχύεται η διαφάνεια. Προτάσεις υπάρχουν, και μάλιστα κάποιες έχουν τεθεί επί τάπητος. Μια σοβαρή εισήγηση, που έγινε πέρσι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αφορά την αστική ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων που υπηρετούν σε θέσεις λήψης αποφάσεων. Ο «υπογράφων» την κάθε απόφαση, είτε είναι διευθυντής υπουργείου, είτε υπουργός, είτε ανώτατος λειτουργός του κράτους, πρέπει να αναλαμβάνει και την ευθύνη. Εάν ακολουθεί αυστηρά τις διαδικασίες και κριτήρια που πρέπει να διέπουν την κάθε απόφαση, τότε δεν έχει τίποτε να φοβηθεί. Ακόμα, το κράτος θα μπορούσε να προσφέρει νομικές υπηρεσίες με τα εκατομμύρια που θα γλιτώσει μέσα από την αύξηση της αποδοτικότητας και όχι μόνο.  

Όσοι, δε, δεν επιθυμούν να είναι προσωπικά υπεύθυνοι για αποφάσεις του κτηματολογίου, της πολεοδομίας, του ανεξάρτητου θεσμού ή του εκάστοτε υπουργείου όπου εργάζονται, ας αφήσουν την ευθύνη (αλλά και τον μισθό, το φοβερό ωράριο, το εφάπαξ, τη σύνταξη και την ασφάλεια εργασίας) σε όσους δεν έχουν απορροφήσει την κουλτούρα ευθυνοφοβίας που αρκετές φορές χαρακτηρίζει το δημόσιο.

Η πρόταση δεν έτυχε σοβαρής προσοχής, για δύο λόγους: πρώτον, ο υποψήφιος που την υπέβαλε, δεν ανέλαβε, τελικά, την εξουσία. Δεύτερον, διότι μια τέτοια πρόταση προϋποθέτει, εκτός από την ανάπτυξη πιο σοβαρών κριτηρίων και διαδικασιών λήψης αποφάσεων, και την αποδυνάμωση των πελατειακών σχέσεων στη πολιτική. Η πρακτική πλευρά αυτής της πρότασης χρειάζεται, ακόμα μελέτη. Για παράδειγμα, θα μπορούσε ένα πρωτόδικο σώμα να εξετάζει τις ενστάσεις για να αποφεύγεται η χρονοβόρα και πολυδάπανη εκδίκαση στα δικαστήρια. Ωστόσο, μια αρχή (σε πολιτικό επίπεδο) είχε γίνει όταν ο τέως πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος επέμενε να πληρώνουν από την δική τους τσέπη οι δημόσιοι υπάλληλοι που δια των πράξεων τους προκαλούσαν αδικαιολόγητα έξοδα στο κράτος. Αυτή η λογική πρέπει να θεσμοθετηθεί, καθώς εδώ και ένα χρόνο οι διάφορες υποψίες καθίστανται όλο και πιο δικαιολογημένες, αφού πυκνώνει ο «καπνός», ακόμα και εκεί όπου δεν υπάρχει «φωτιά».

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.