«Έχουμε λάβει απόφαση με την οποία διαφωνούμε», δηλώνουν οι κυβερνήσεις της ΕΕ

«Έχουμε λάβει απόφαση με την οποία διαφωνούμε». Αυτή πρέπει να είναι η τοποθέτηση της Κυβέρνησης όποτε διαφωνούν με αποφάσεις της ΕΕ. Η πρώτη συνειδητοποίηση που πρέπει να γίνει για την ΕΕ, όμως, είναι πως δεν πρόκειται για μια «σιδηρά κυρία» που κάθεται πίσω από ένα πέπλο και ανακοινώνει «ντιρεκτίβες». Ούτε μάγος του Oζ είναι ούτε κομμουνιστικό καθεστώς. Οι Οδηγίες που ανακοινώνει η ΕΕ αποτελούν αποτέλεσμα μίας επίπονης προσπάθειας, μέσα από την αλληλεπίδραση θεσμών που ασκούν αμοιβαίο έλεγχο και περιορισμούς και που είναι, σε τελική ανάλυση, πιο δημοκρατικοί από ό,τι λέγεται συνεχώς.
Τον τελευταίο καιρό έχει γίνει λόγος για την αδιαφορία που οι πολίτες, σε ολόκληρη την Ευρώπη, δείχνουν για τα τεκταινόμενα στις Βρυξέλλες, θεωρώντας την ΕΕ κάτι άσχετο και απόμακρο. Από την άλλη, γινόμαστε θεατές μίας κριτικής που γίνεται στην ΕΕ, όχι μόνο από πολιτικούς, αλλά και από την ίδια την κυβέρνηση και κρατικά τμήματα.
Η ΕΕ έχει αποφασίσει για σειρά από θέματα των οποίων η έκβαση δεν αφήνει ικανοποιημένους, ούτε το κράτος, αλλά ούτε και ένα μεγάλο μέρος των πολιτών. Ακούμε συχνά για το REACH (Εγγραφή, Αξιολόγηση και Έγκριση Χημικών), για το Μπόλκεσταϊν, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας και το 65ωρο, την Οδηγία για τα Λιμάνια, την Οδηγία για τις Υπηρεσίες. Η πρώτη αναφορά που αξίζει να γίνει, είναι πως συχνά η συζήτηση είναι εντελώς εκτός θέματος. Το Μπόλκεσταϊν, για παράδειγμα, είναι ανύπαρκτη Οδηγία, αλλά εμείς ακόμα την συζητάμε. Το ίδιο ισχύει και με το 65ωρο στην Οδηγία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, το οποίο επιτρέπεται μόνο με την σύμφωνη γνώμη των συνδικάτων, αλλά τα συνδικάτα διαφωνούν.
Έστω, όμως, και εάν ίσχυαν πολλές από τις ανακρίβειες που ακούγονται, υπάρχει και μία άλλη ευθύνη για το κράτος: καμία Οδηγία και κανένας Κανονισμός δεν εγκρίνονται, παρά μόνο εάν περάσουν από απόφαση του Συμβουλίου. Του θεσμού, δηλαδή, όπου εκπροσωπείται η Κυβέρνηση. Σε πολλές από αυτές τις αποφάσεις, το εγκριθέν κείμενο πέρασε και από το Κοινοβούλιο, όπου κάποιοι από εμάς ψήφισαν για να αποστείλουν 6 εκπροσώπους (και όχι αντιπροσώπους).
Κατά τη στιγμή όπου λαμβανόταν μια απόφαση που σήμερα αποδοκιμάζεται, στον χώρο λήψης αποφάσεων υπήρχε μία καρέκλα με το όνομα Υπουργού μας. Έτσι, κάθε φορά που ένα μέλος της κυβέρνησης κατηγορεί την ΕΕ για απόφαση που λήφθηκε μετά το 2004, οφείλει να δώσει και συγκεκριμένα στοιχεία:

Όταν λήφθηκε η απόφαση, ποιος Υπουργός εκπροσωπούσε τα κυπριακά συμφέροντα; Εάν δεν ήταν παρών (όπως γίνεται πολλές φορές), ποιος έχει σταλεί στη θέση του, και με τι εντολές; Το φαινόμενο, για το οποίο ο γράφων έχει ιδίαν άποψη, να περιμένουν, εκτός συνεδρίασης στο κινητό για εντολές οι εκπρόσωποι της Κύπρου, συνεχίζεται ή όχι; Όποιος Υπουργός ή Λειτουργός μας εκπροσώπησε κατά τη λήψη της απόφασης, εξέφρασε τη διαφωνία του κατά τη διάρκεια της συνεδρίας ή όχι; Εάν ναι, τι είπε; Κινήθηκε παρασκηνιακά για να αποτρέψει την απόφαση; Προσπάθησε να προσεγγίσει ομολόγους του που επίσης είχαν διαφωνίες; Τι ενστάσεις υπέβαλε στο προεδρείο; Εάν η απόφαση περνούσε και από το Κοινοβούλιο, ενημερώθηκαν και οι ευρωβουλευτές;

Μόνο εάν δοθούν σαφείς και συγκεκριμένες απαντήσεις στο καθένα από τα πιο πάνω ερωτήματα, νομιμοποιείται η εκάστοτε κυβέρνηση να εκφράζει παράπονα για τις αποφάσεις της ΕΕ. Πολλές φορές, η Κύπρος δεν μπορεί να ασκήσει πιέσεις για κάποιες αποφάσεις, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το κόστος των πιέσεων μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το όφελος. Ωστόσο, το «αποφάσισε η ΕΕ» πρέπει, επιτέλους να αντικατασταθεί με την έκφραση «αποφασίσαμε στην ΕΕ». Αν μη τι άλλο, για χάρη της αλήθειας.

Παραδείγματα πλήρους εμπαιγμού του κοινού έχουμε δει πολλά. Στην Οδηγία για τις Υπηρεσίες, Υπουργός που προερχόταν από συγκεκριμένο κόμμα πανηγύριζε για απόφαση στην οποία συμμετείχε, ενώ το κόμμα του καταριόταν την καταστροφή που επιφέρει «η Ευρώπη». Το ότι πολλούς μήνες αργότερα, αποχώρησε ο εν λόγω Υπουργός από το συγκεκριμένο κόμμα δεν αποτελεί δικαιολογία. Παρόμοια σκηνικά εκτυλίχθηκαν και με τον χρόνο εργασίας.

Το φαινόμενο, φυσικά, δεν αφορά μόνο την Κύπρο ή τη σημερινή κυβέρνηση. Ως πολίτες, όμως, κάθε φορά που το κράτος μέμφεται την ΕΕ, οφείλουμε να ερωτούμε τί έκανε η κυβέρνηση, η οποία είχε και καρέκλα, αλλά και λόγο κατά τη λήψη της απόφασης.

Σήμερα έπονται μια σειρά από αποφάσεις (που μάλλον θα μεταφραστούν σε «ντιρεκτίβες») που αφορούν την εποπτεία, τη γονική άδεια, την ολοκλήρωση της αγοράς στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, ακόμα και την αγροτική πολιτική. Η οικονομία θα λάβει μια νέα στροφή, με τη συμμετοχή της Κυβέρνησης στο Συμβούλιο και των ευρωβουλευτών στο Κοινοβούλιο. Κάθε φορά που καθένας από αυτούς εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τη νέα ρότα της οικονομίας, οφείλουμε άπαντες να ερωτούμε: «εσύ, τι έκαμες;»

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.