Η πέμπτη ελευθερία

 Με τα πρώτα σημάδια του Πανικού του 1873, που αποτέλεσε, τελικά, το έναυσμα της μεγαλύτερης σε διάρκεια οικονομικής ύφεσης μέχρι σήμερα, πολλοί σχολιαστές της εποχής έκαναν λόγο για το τέλος του καπιταλισμού.  Η εξέλιξη της οικονομίας, η οποία για 66 μήνες (από τον Οκτώβρη του 1873 μέχρι τον Μάρτη του 1879) διατήρησε ρυθμούς ύφεσης, καθώς και η ραγδαία πτώση των τιμών σε βιομηχανικά αγαθά, φαίνονταν να δικαιώνουν τις εκτιμήσεις ότι ο καπιταλισμός είναι ένα παροδικό σύστημα με εγγενείς ανισοσκέλιες οι οποίες καθιστούν την τελική του επιβίωση αδύνατη. Μάλιστα, στην αλληλογραφία μεταξύ του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ένγκελς την ίδια εποχή, ήταν διάχυτος ο ενθουσιασμός για την επερχόμενη κατάρρευση του καπιταλισμού, την οποία θεωρούσαν αναπόφευκτη. Παρά την ιδιοφυή του αντίληψη, ο Μάρξ περιέπεσε σε ένα λάθος που θα επαναλαμβανόταν πολλές φορές, όχι μόνο από αριστερούς που προέβλεπαν τη πτώση του καπιταλισμού, αλλά και ανάμεσα σε υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς, όπως ο φον Μίσες και ο Χάγιεκ που επέμεναν σε κάθε λάθος στροφή του συστήματος, ότι τα κράτη, δια της εμπλοκής τους στην οικονομία, την φέρνουν στο χείλος της καταστροφής.

Σήμερα στη Κύπρο, και ενώ βαδίζει η χώρα σε μια εκλογική αναμέτρηση με αδικαιολόγητα χαμηλό ενδιαφέρον, έχει και πάλι αναθερμανθεί η συζήτηση σχετικά με το μέλλον του οικονομικού συστήματος. Η μεν αριστερά συγκρίνει την σημερινή οικονομική ύφεση με την κατάρρευση του Κουμμουνισμού το 1989. Οι δε σοσιαλιστές και κεντροδεξιοί αμήχανα αναζητούν τρόπο να διαχωρίσουν ο ένας τη θέση του από τον άλλο με σκοπό να αποκομίσουν εκλογικό όφελος. Πέρα όμως από την λεξιλογιολαγνεία που εγκλωβίζει τις πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου στη χρήση των ίδιων εκφράσεων και σλόγκαν εδώ και τριάντα χρόνια, λίγα έχουν αλλάξει στο πολιτικό σκηνικό.

Στην Κύπρο δεν υπάρχει, ούτε νεοφιλελευθερισμός, ούτε πραγματική αριστερά. Παρά την όποια επιμονή σε σχήματα λόγου, οι πολιτικές που εισηγούνται και υποστηρίζουν, διαφέρουν αλλά όχι διαμετρικά. Η «κοινωνική οικονομία της αγοράς» είναι βαθειά ριζωμένη στη Κύπρο, παρά τις έντονες συζητήσεις που διεξάγονται σχετικά με τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των κυριάρχων πολιτικών δυνάμεων. Μάλιστα, η σύγκλιση είναι τόσο ευρεία, που αναγκάζονται να καταφεύγουν οι πολιτικοί σε μεγάλες ανακρίβειες, ακόμα και αναλήθειες για να τονίζουν ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους. Ακόμα, αναγκάζονται να αποδίδουν ιδεολογικό στίγμα σε διαφωνίες οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με το ισχύον οικονομικό μοντέλο. Εάν, για παράδειγμα, η Κυπριακή Δημοκρατία αδυνατεί να απορροφήσει κοινοτικά κονδύλια λόγω κακής οργάνωσης, ανεπαρκών δομών, ακόμα και αδράνειας, αυτό δεν σχετίζεται με κάποια ιδεολογική κατεύθυνση της κυβέρνησης, αλλά με την κακή διαχείριση.

Κατά τη συντριπτική πλειοψηφία των οικονομικών ζητημάτων, όλοι οι οικονομολόγοι και οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν μεταξύ τους. Στα οικονομικά, συνήθως υπάρχει ορθό και λάθος. Παρά την επιμονή ότι τα πάντα έχουν (και πρέπει να έχουν) ιδεολογική εξήγηση, δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι κάποια πράγματα έχουν ήδη αποδειχθεί. Για παράδειγμα, τα μονοπώλια ζημιώνουν τον καταναλωτή, αφού προσφέρουν μειωμένης ποιότητας υπηρεσίες σε αυξημένες τιμές. Τόσο η Ενιαία  ευρωπαϊκή Αριστερά, όσο και οι σοσιαλιστές, χριστιανοδημοκράτες, ακόμα και οι φιλελεύθεροι, συμφωνούν. Όταν η συμφωνία σε αυτή την εκτίμηση πηγάζει από την ανάλυση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα μονοπώλια –μια ανάλυση που οποιοσδήποτε πρωτοετής οικονομικών μπορεί να κάνει, και που σχετίζεται με τα οριακά κόστη και έσοδα, τη συμπεριφορά της προσφοράς, την ανελαστικότητα της ζήτησης για τον συγκεκριμένο παραγωγό, αλλά και τα στρεβλά κίνητρα του μονοπωλίου- οδηγεί σε κάποια συμπεράσματα. Όταν, όμως, η εκτίμηση βασίζεται σε μία ανεξέταστη αξιωματική τοποθέτηση, τότε εύκολα μπορεί κανείς να ξεχάσει κάποιες σημαντικές προεκτάσεις της εκτίμησης. Ότι, για παράδειγμα, η μοναδικές διαφορές μεταξύ του ιδιωτικού πολυεθνικού μονοπωλίου και του κρατικού μονοπωλίου, έγκεινται στο ύφος της διαφθοράς και στο γεγονός ότι τα δεύτερα ζημιώνουν τον πολίτη και σαν καταναλωτή, αλλά και σαν φορολογούμενο.

Όπως όλα τα ανθρώπινα δημιουργήματα, η αγορά είναι ελλιπής. Σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και δη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αρχίζει μια προσπάθεια καλύτερης ρύθμισης των αγορών, ούτως ώστε να εμβολιαστούν με το στοιχείο της διαφάνειας και της «ελεύθερης διακίνησης» πληροφοριών. Εάν κάτι τέτοιο ίσχυε μέχρι τον περασμένο Αύγουστο, η οικονομική συγκυρία σήμερα θα ήταν άρδην διαφορετική. Πολύ πιθανόν να χρειαζόταν μία διορθωτική κρίση στη διεθνή οικονομία, όπως και σήμερα. Ωστόσο, σίγουρα δεν θα ήταν τόσο θεαματική.

Η ΕΕ, η οποία κτίστηκε στην ιδέα των τεσσάρων ελευθεριών της ελεύθερης διακίνησης προσώπων, κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών, στρέφεται ήδη και προς την ελεύθερη διακίνηση πληροφοριών. Η έκθεση de Larosière αποτελεί μόνο την απαρχή, και έχει ήδη συνοδευτεί με τις πρώτες κινήσεις για καλύτερη εποπτεία και διαφάνεια. Από τότε που ο (κουμουνιστής) Αλτιέρο Σπινέλλι συναντιόταν με τους πολιτικούς του «φίλους» στο εστιατόριο Crocodile του Στρασβούργου, συντάσσοντας στο μυαλό την έκθεση που άλλαξε τον ρουν της ευρωπαϊκής ιστορίας, καμία άλλη έκθεση, ακόμα και αυτή του Γουίμ Κοκ για την πολιτική της Λισαβόνας, δεν υποσχέθηκε τόσα πολλά.

Όποιοι και εάν είναι οι έξι που θα λάβουν εντολή να μας αντιπροσωπεύσουν στο Κοινοβούλιο, οφείλουν να λάβουν υπόψη τους την ευρύτερη εικόνα της κοινής ευρωπαϊκής οικονομίας. Η πέμπτη ελευθερία, το δικαίωμα στην (οικονομική) διαφάνεια, πρέπει να αποτελέσει κεντρικό μέλημα τους όσον αφορά την κοινωνική και οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσουν- ασχέτως ιδεολογίας.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.