Όταν η Αυτοκράτειρα Αικατερίνη επισκέφθηκε την Κριμαία το 1787, ο υπουργός της Γκρεγκόρι Αλεξάντροβιτς Ποτέμκιν, ήθελε να την εντυπωσιάσει για τα μεγάλα επιτεύγματα της Ρωσίας στην περιοχή. Σε αυτή την προσπάθεια, κατασκεύασε μια σειρά από προσόψεις υπέροχων, υπερπολυτελών κτιρίων στις όχθες του Δνείπερου ποταμού, στην διαδρομή που η συνοδεία της Αικατερίνης θα ακολουθούσε κατά την επίσκεψη. Ανέβασε έτσι τις «μετοχές» του στα μάτια της αυτοκράτειρας. Πίσω, όμως, από τις προσόψεις, δεν υπήρχε τίποτε. Η αυτοκράτειρα εντυπωσιάστηκε δεόντως, θαύμασε τα χωριά του Ποτέμκιν στο βάθος του ορίζοντα, και συνέχισε, ικανοποιημένη, την επίσκεψή της.
Την περασμένη εβδομάδα, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) εξέδωσε την πολυαναμενώμενη γνωμοδότηση του σχετικά με την υπόθεση Οράμς-Αποστολίδη, στην οποία τονίζει ότι οι αποφάσεις των δικαστηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι εφαρμόσιμες από τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, ακόμα και όταν αφορούν ζητήματα που διέπονται από το Πρωτόκολλο 10 της συνθήκης ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ, με το οποίο αναστέλλεται η εφαρμογή του κεκτημένου στα κατεχόμενα. Οι πανηγυρισμοί ήταν άμεσοι. Ακούσαμε, ακόμα, και ότι η απόφαση δικαιώνει τη θέση πως το δικαίωμα της περιουσίας είναι «αναπαλλοτρίωτο», σε σχέση με μία υπόθεση που μάλλον θα εφαρμοστεί διά της απαλλοτρίωσης. Αμέσως σημειώθηκε, επίσης με μεγάλη φανφάρα και ευχαρίστηση, η έκδοση από το Foreign Office οδηγίας στους Βρετανούς υπηκόους προειδοποιώντας τους για τους κίνδυνους που ελλοχεύουν από την αγορά ακίνητης περιουσίας στα κατεχόμενα.
Ωστόσο, στην οδηγία των Βρετανών, διαφαίνεται, πέρα από την επιτυχία του Μελέτη Αποστολίδη, και η πλήρης αποτυχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Οδηγία αρχίζει με τις λέξεις «σας συνιστάται να προχωρήσετε με προσοχή» εάν έχετε σκοπό να αγοράσετε ακίνητη περιουσία, «οπουδήποτε στην Κύπρο», εννοώντας, τόσο τις ελεύθερες, όσο και τις κατεχόμενες περιοχές.
Τα «ρίσκα» που υποδεικνύει το Foreign Office δεν αποτελούν μέρος ακόμα μιας καλά στημένης σκευωρίας κατά των Κυπριακών συμφερόντων. Δυστυχώς, στοιχειοθετούνται από καθημερινές εμπειρίες. Στην οδηγία (μάλλον προειδοποίηση) του Foreign Office, σημειώνεται ότι πολλοί ξένοι που αγόρασαν ακίνητα στην Κύπρο, αντιμετώπισαν προβλήματα που προκαλούνται, μεταξύ άλλων, από: «παραπλανητική διαφήμιση, την αποτυχία των developers να ολοκληρώσουν την ανέγερση περιουσιών που αγοράστηκαν ‘στα χαρτιά’, παράνομη ανέγερση και διπλή πώληση περιουσίας». Συνεχίζει, σημειώνοντας μία από τις πλέον ενοχλητικές αλήθειες για την Κυπριακή Δημοκρατία, ότι πολλοί από τους αγοραστές ακινήτων περιμένουν τους τίτλους ιδιοκτησίας τους μέχρι και 30 χρόνια.
Ενώ το ψευδοκράτος είναι μια παράνομη οντότητα, στη Κυπριακή Δημοκρατία απουσιάζει η αξιοπιστία του κράτους δικαίου. Το δράμα της αληθείας που έχουν έμμεσα υποδείξει οι Βρετανοί στους υπηκόους τους, τους οποίους διακαώς προσπαθούμε να προσελκύσουμε, είναι πως τα προβλήματα που σχετίζονται με την αγορά ακίνητης περιουσίας στην Κύπρο, δεν είναι λιγότερα στις ελεύθερες περιοχές σε σχέση με τα κατεχόμενα, με εξαίρεση την «άβολη» για αυτούς κατάσταση που πρόεκυψε από την ιδιωτική πρωτοβουλία Αποστολίδη.
Συμβολικό είναι, ίσως, το γεγονός ότι η οδηγία αυτή του Foreign Office εμπίπτει στην προσοχή μας λίγες μέρες πριν να εορτάσουμε το κλείσιμο πέντε χρόνων από την ένταξη στην ΕΕ. Ως «ευρωπαϊκό», πλέον, κράτος, η Κύπρος έχει δημιουργήσει ανεξάρτητους θεσμούς, έχει υιοθετήσει νέους τρόπους λειτουργίας, έχει αναπτύξει –φαινομενικά- νέες νοοτροπίες. Πρόκειται, όμως, για ένα κράτος-Ποτέμκιν, με εντυπωσιακές προσόψεις πίσω από τις οποίες εξέχουν γυμνές ξύλινες δοκοί.
Η σημερινή οικονομική επιβράδυνση αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για την Κύπρο να «κτίσει» επιτέλους πραγματικά κτίρια πίσω από τις προσόψεις των εντυπωσιακών «χωριών» του κράτους. Η οικονομία μας, κατά μία έννοια, περνά μέσα από μία εξαιρετικά δύσκολη κρίση. «Κρίση», με την έννοια ότι, από τη σημερινές της αντιδράσεις, αντιστάσεις και αντοχές, θα κριθεί. Ακόμα πιο σημαντική θα είναι η «κρίση» του κράτους. Θεσμοί έχουν παγώσει στην αμηχανία τους, μετά από μια καλή αρχή πριν από πέντε χρόνια. Η ΕΠΑ αδρανεί πλήρως, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Κύπρου έχει επιτέλους προκηρύξει θέση διευθυντή, ο διοικητής της Κεντρικής δέχεται επίθεση (ίσως και δικαιολογημένα) αλλά σε μία εποχή που δεν δικαιολογεί την οποιαδήποτε κίνηση για αλλαγή στους θεσμούς της οικονομίας. Ο ρυθμιστής τηλεπικοινωνιών, προ μηνών παραιτήθηκε αξήγητα, ο ρυθμιστής ενέργειας κρίθηκε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ως αναληθής, όταν δεν επέτρεψε υπερκέρδη για την ΑΗΚ. Διορισμοί δεν πείθουν (και αυτό δεν είναι καινούργιο χαρακτηριστικό του πρώτου έτους Χριστόφια), οι παρεμβάσεις συνεχίζονται και οι δάκτυλοι ιδιωτικών συμφερόντων κατευθύνουν αποφάσεις που θεωρούνται, κατά τα άλλα, τεχνοκρατικές.
Η μηχανογράφηση των δημοσίων υπηρεσιών περιορίστηκε στην ανάπτυξη ιστοσελίδων, των οποίων οι πλείστοι σύνδεσμοι είναι, εδώ και χρόνια, «under construction», χωρίς καμία ενημέρωση, αποτρέποντας, έτσι οποιαδήποτε σοβαρή μελέτη από μελετητές, ακαδημαϊκούς ή αναλυτές. Με εξαίρεση την Κεντρική Τράπεζα και την Στατιστική Υπηρεσία, οι πληροφορίες που παρέχονται είναι πενιχρές αν όχι ανύπαρκτες. Η Αστυνομία απαιτεί επιστολή στον Αρχηγό και τον Διευθυντή Τροχαίας για να παραχωρήσει μη διαβαθμισμένες πληροφορίες σε δημοσιογράφους. Το ίδιο και η Κεντρική Συνεργατική, αλλά και πολλοί άλλοι θεσμοί.
Πέντε χρόνια μετά την ένταξη, η νόμιμη Δημοκρατία δεν κατάφερε να ξεπεράσει την (κατά τα άλλα φυσιολογική) φάση «Ποτέμκιν» των θεσμών, με αποτέλεσμα να αμαυρώνεται η νομιμότητα μας εξ αιτίας του κενού νομιμότητας που εντοπίζεται σε μια σειρά από θεσμούς.