Η μικτή κυπριακή οικονομία και το ανακατεμένο κυπριακό κράτος

Με την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, οι συζητήσεις σχετικά με τον ρόλο του κράτους στην οικονομία πήραν μεγάλες διαστάσεις, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Θεωρήθηκε ότι η σημερινή κρίση αποτελεί αναμφίλεκτη απόδειξη ότι ο «νεοφιλελευθερισμός» έχει αποτύχει. Ακούστηκε, μάλιστα, και το σχόλιο ότι το 2008 είναι για τον καπιταλισμό ό,τι ήταν το 1989 για τον κομμουνισμό. Όπως, όμως, ο κομμουνισμός είχε εφαρμοστεί έμπρακτα σε ελάχιστες περιπτώσεις (ακόμα και εάν λάβει κανείς υπόψη το σοβιετικό μπλοκ) έτσι και ο νεοφιλελευθερισμός αποτέλεσε εφαρμοσμένο σύστημα σε ελάχιστες χώρες, ακόμα και εάν λάβει κανείς υπόψη την νοτιοανατολική Ασία.

Η «μικτή» οικονομία, που σχολιαστές και πολιτικοί δήλωναν πριν ένα χρόνο, με περηφάνια, ότι αποτελεί «κυπριακή ιδιαιτερότητα», είναι το κατά κόρον οικονομικό σύστημα ανά το παγκόσμιο, με ελάχιστες εξαιρέσεις (πχ. Βόρειος Κορέα). Η πρώτη αναφορά σε μικτή οικονομία έγινε στις ΗΠΑ (το 1865) και επί προεδρίας Λίνκολν. Πιο πρόσφατα, η μικτή οικονομία είχε τρία μοντέλα, αυτό των ΗΠΑ (μεταπολεμικά), αυτό του Ηνωμένου Βασιλείου (όπου ο συντηρητικός Χάρολντ Μακμίλαν ήταν ο πρώτος πρωθυπουργός που αναφέρθηκε σε «μικτή οικονομία») και εκείνο της Γαλλίας, όπου ο Jean Monnet –πατέρας της Ε.Ε.- υιοθέτησε το dirigisme («διευθυντισμό»). Ακόμα πιο πρόσφατα, και με τρόπο τραγικό για την κοινωνία, κάτι παρόμοιο επιχείρησε και η ΕΣΣΔ-Ρωσία με την Περεστρόικα και την κωμικοτραγική καθοδήγηση του Γιέλτσιν που ακολούθησε. Ακόμα και η γερμανική soziale marktschaft (κοινωνική οικονομία της αγοράς) εμπίπτει στην ίδια κατηγορία.

Πριν καν τελειώσει ο ψυχρός πόλεμος, και σε μια εποχή όπου το λεξιλόγιο της οικονομικής επιστήμης ήταν πολιτικά κατευθυνόμενο (1986) εκδόθηκε από τον Joseph Stiglitz σύγγραμμα με τίτλο «Οικονομική του Δημόσιου Τομέα», με το πρώτο κεφάλαιο αφιερωμένο στην «Μεικτή Οικονομία των ΗΠΑ». Τότε πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν ο πρωτομάστορας του νεοφιλελευθερισμού, Ρόναλντ Ρήγκαν.

Η μικτή οικονομία, την οποία πολλοί θεωρούν κυπριακή ιδιαιτερότητα, δεν μπορεί, επομένως, να αποτελέσει δικαιολογία για παρέμβαση στους θεσμούς του κράτους και την ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης, «κυπριακής» αρχιτεκτονικής θεσμών. Η μικτή μας οικονομία παρά τις άλλες -φυσιολογικές- ιδιαιτερότητες της που σχετίζονται κυρίως με τις εργασιακές σχέσεις και την κοινωνική πολιτική, δεν περιλαμβάνει θεσμικές δομές που να διαφέρουν ριζικά από άλλα κράτη. Ακόμα και στις εργασιακές σχέσεις και τις συλλογικές συμβάσεις, η φιλοσοφία της κυπριακής οικονομικής θεσμικής αρχιτεκτονικής μπορεί να εντοπιστεί σε χώρες όπως τη Σουηδία ή την Ιταλία. Η λογική ότι η Κύπρος διαφέρει, όχι μόνο στο ύφος, αλλά και στο ήθος και την ουσία των θεσμών, είναι λανθασμένη όσο είναι και επικίνδυνη.

Την περασμένη εβδομάδα, μια εβδομάδα μετά που προκάλεσε σειρά αναλύσεων και συζητήσεων στην ΕΕ, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας (ΚΤ) αποτέλεσε αντικείμενο ψιθύρων, θεωριών συνομωσίας και φημολογίας. ‘Άσχετα με το πόσο δίκαιο ή άδικο μπορεί να έχει ο κ. Ορφανίδης, τόσο στις προτάσεις του για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όσο και στις εισηγήσεις του για την κυπριακή οικονομία, οι προτάσεις ενός ανεξάρτητου αξιωματούχου του κράτους (και μάλιστα με τα ακαδημαϊκά προσόντα του κ. Ορφανίδη) πρέπει να μελετούνται προσεκτικά. Υπάρχουν, φυσικά, πολλοί οικονομοτεχνικοί λόγοι για να διαφωνήσει κανείς μαζί του. Υπάρχει, επίσης, και σειρά από λόγους για να διαφωνήσει κανείς με τον συγκεντρωτικό τρόπο με τον οποίο χειρίζεται την ΚΤ.

Όταν, όμως, ισχυροί άντρες του επιχειρηματικού κόσμου διαφωνούν με ένα αξιωματούχο, και μάλιστα μετά από συνάντηση στο προεδρικό μέγαρο, η κυβέρνηση οφείλει να τοποθετηθεί. Την εβδομάδα που πέρασε, οι ψίθυροι περί προσπάθειας «φαγώματος» του Διοικητή έγιναν πολύ έντονοι σε επιχειρηματικούς κύκλους, σε μια χρονική στιγμή όπου οι τράπεζες αντιμετωπίζουν μεγάλες ρευστοποιήσεις σε ΧΑ και ΧΑΚ. Οι ψίθυροι δεν είναι απαραίτητα δικαιολογημένοι, ούτε και οι προτάσεις Ορφανίδη απαραίτητα οι πιο ορθές. Ωστόσο, η Κυβέρνηση, ως σωματοφύλακας-θεματοφύλακας του κράτους, οφείλει να προσφέρει στήριξη στο θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας και να αποσιωπήσει την σχετική συνομοσιολογία.

Οι μικτές οικονομίες (είτε πρόκειται για την Αίγυπτο, είτε για την Κίνα, είτε για την Κύπρο), είναι θεμελιωμένες στην δύναμη των θεσμών του κράτους. Η Κύπρος δεν διαφέρει ούτε σ’ αυτό το σημείο από τις άλλες μικτές οικονομίες. Στο τέλος της ημέρας, η σημερινή οικονομική κρίση είναι πάνω από όλα μια κρίση θεσμών, αφού η δική τους αποτυχία αποτέλεσε την τρύπα στην καρίνα της παγκόσμιας οικονομίας. Η λύση έγκειται στην ενδυνάμωση των θεσμών, και όχι η υπόσκαψη τους, ιδιαίτερα σε μια χώρα όπου αποδείχτηκε πως η ΚΤ θωράκισε τον τραπεζικό τομέα.

Η κυβέρνηση δεν ευθύνεται  για τους ψιθύρους που προκαλούν ανησυχία και άγχος τις τελευταίες ημέρες. Η αποτυχία της να στηρίξει τον θεσμό του Διοικητή της ΚΤ, όμως, ενισχύει τις φήμες και αποτελεί βαρίδι στην κυπριακή οικονομία.

Στην οικονομία, και ιδιαίτερα στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που καθορίζουν τις τάσεις της αγοράς, είναι οι προσδοκίες που δημιουργούνται από τις εξελίξεις. Ο Άλαν Γκρήνσπαν, ως πρόεδρος της  Fed, κατεύθυνε την αγορά περισσότερο μέσω των δηλώσεων του, παρά με τις άλλες «λειτουργίες» της Fed. Η κυριότερη ενασχόληση των κυβερνήσεων και των κρατικών θεσμών σήμερα, είναι η διαχείριση των προσδοκιών. Σήμερα, η σιωπή της Κυβέρνησης και η αδυναμία της να στηρίξει ένα νευραλγικής σημασίας θεσμό του κράτους, θολώνει περισσότερο το τοπίο στην ήδη αγχωμένη οικονομία που πολιορκείται από την αβεβαιότητα.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.